Η τεράστια ιστορική και πολιτισμική σημασία των εκθεμάτων που φιλοξενούνται στο Μουσείο Ζακύνθου επιβεβαιώνεται για ακόμη μια φορά, καθώς ένα μικρό μέρος της συλλογής ταξιδεύει στη γαλλική πρωτεύουσα για να παρουσιαστεί στο ξακουστό μουσείο του Λούβρου! Την ευχάριστη αυτή είδηση διαβάσαμε στην ιστοσελίδα «νυχθημερόν» και στο κείμενο που υπογράφει ο Ι. Π. Καποδίστριας, καθώς δεν υπήρξε επίσημη ανακοίνωση από το Μουσείο, όμως με την συνδρομή της αναπληρώτριας Προϊσταμένης της ΕΦΑ Ζακύνθου Δ. Νικολιά αντλήσαμε περισσότερες πληροφορίες για την σημαντική αυτή είδηση για το Μουσείο μας που μας γεμίζει ικανοποίηση και χαρά.
Η έκθεση με τίτλο «Παρίσι–Αθήνα. Η γέννηση της νεότερης Ελλάδας, 1675-1919», θα παρουσιαστεί στους χώρους περιοδικών εκθέσεων των Αιθουσών από τις 30 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 7 Φεβρουαρίου. Όπως διαβάζουμε στην επίσημη ιστοσελίδα του Μουσείου του Λούβρου, η έκθεση, που διοργανώθηκε με αφορμή τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, έχει ως στόχο να αναδείξει τους δεσμούς μεταξύ της Ελλάδας και του ευρωπαϊκού πολιτισμού, ιδίως ακολουθώντας το νήμα των σχέσεων μεταξύ Παρισιού και Αθήνας.
Τον 17ο και 18ο αιώνα, οι πρεσβευτές που πήγαιναν στην Υψηλή Πύλη ανακάλυψαν μια οθωμανική επαρχία στην Ελλάδα, η οποία είχε μεγάλο ενδιαφέρον για καλλιτέχνες και διανοούμενους. Το 1821, ο Ελληνικός Πόλεμος Ανεξαρτησίας, υποστηριζόμενος στρατιωτικά και οικονομικά από ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, προκάλεσε λαϊκό ενθουσιασμό. Απελευθερωμένη το 1829, η Ελλάδα ανακήρυξε την Αθήνα ως πρωτεύουσά της το 1834. Επηρεασμένο από τη γερμανική και γαλλική παρουσία στο έδαφός της, το νέο ελληνικό κράτος έχτισε τη σύγχρονη πολιτιστική του ταυτότητα αντλώντας από τις πηγές του γαλλικού και γερμανικού νεοκλασικισμού. Η υπεράσπιση της εθνικής κληρονομιάς και η ευρωπαϊκή συνεργασία που σηματοδοτήθηκαν από τη δημιουργία αρχαιολογικών ιδρυμάτων, όπως η Γαλλική Σχολή Αθηνών το 1846, είναι η αρχή μιας ανατροπής στη γνώση για το υλικό παρελθόν της Ελλάδας.
Η έκθεση σκοπεύει για πρώτη φορά να διασταυρώσει αυτήν την ιστορία της αρχαιολογίας με την ιστορία της ανάπτυξης του ελληνικού κράτους και των σύγχρονων τεχνών. Οι ανασκαφές της Δήλου, των Δελφών ή της Ακρόπολης είναι η αρχή της ανακάλυψης μιας πολύχρωμης Ελλάδας μακριά από τους κανόνες του νεοκλασικισμού. Στα τέλη του 19ου αιώνα, οι μεγάλες καθολικές εκθέσεις δείχνουν μια νέα σύγχρονη ελληνική τέχνη, σημαδεμένη από την αναγνώριση της βυζαντινής και ορθόδοξης ταυτότητας της Ελλάδας.
Την ευθύνη της έκθεσης αυτής έχουν η Αναστασία Λαζαρίδου, Διευθύντρια Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης και ο Jean-Luc Martinez, Επίτιμος Πρόεδρος και Διευθυντής του Μουσείου του Λούβρου, επικουρούμενοι από την Ντεμπόρα Γκιγιόν.
Η έκθεση δανείζεται έργα από την Εθνική Πινακοθήκη, το Μουσείο Μπενάκη, τη Γαλλική Σχολή Αθηνών, το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο και τις Εφορείες Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής, Ηλείας, Φωκίδος, Λάρισας, Καστοριάς, Ηρακλείου, Κυκλάδων, Κέρκυρας και της Ζακύνθου, ενώ οι εικόνες αυτές θα παρουσιαστούν και στον έντυπο κατάλογο της έκθεσης που θα εκδοθεί σε 50.000 αντίτυπα. Από το Μουσείο Ζακύνθου στο Λούβρο θα εκτεθούν συνολικά 5 έργα, δύο εικόνες κρητικής τέχνης του α΄ μισού του 15ου αιώνα , δύο εικόνες ανώνυμων επτανήσιων ζωγράφων του 18ου αιώνα και ένας πινάκας του Καντούνη . Τα έργα αυτά ο επισκέπτης του Μουσείου Ζακύνθου μπορούσε να τα δει στην έκθεση του 1ου ορόφου του Μουσείου. Προσωρινά στη θέση τους υπάρχουν έγχρωμες εκτυπώσεις που ενημερώνουν τον επισκέπτη για τον προσωρινό δανεισμό.