Στην Ολομέλεια εισάγεται σήμερα, Τετάρτη 25 Νοεμβρίου, και ψηφίζεται μέχρι το βράδυ το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Μέτρα ενίσχυσης των εργαζομένων και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, κοινωνικοασφαλιστικές ρυθμίσεις και διατάξεις για την ενίσχυση των ανέργων».
Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννης Βρούτσης, έχει προαναγγείλει την κατάθεση τροπολογίας για τη χορήγηση της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης και σε άλλες ομάδες επαγγελματιών, πέραν των ήδη δικαιούχων, και την κατάθεση τροπολογίας για ρύθμιση των οφειλών 800.000 ελευθέρων επαγγελματιών, για τους οποίους, από την εκκαθάριση του 2019, προέκυψε οφειλή, κατά μέσο όρο 1.400 ευρώ.
Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση, κατά τη διαδικασία επεξεργασίας των διατάξεων στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής.
Η πλειοψηφία, ωστόσο, υπογραμμίζει σε όλους τους τόνους ότι η νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων είναι πρωτοβουλία για το «κοινωνικό κράτος», στις δύσκολες συνθήκες του κορονοϊού, και πως ψηφίζεται σήμερα ένα νομοσχέδιο για τις πλέον ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, το οποίο αποδεικνύει πως «η πραγματικά λαϊκή παράταξη είναι η Νέα Δημοκρατία».
Πέραν του ζητήματος της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, οι βουλευτές της πλειοψηφίας επισημαίνουν ότι το νομοσχέδιο:
– Επιδιώκει να καλύψει το νομοθετικό κενό στο πλαίσιο των προϋποθέσεων αδειοδότησης για τη λειτουργία των Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών και των Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών και Ατόμων με Αναπηρία.
– Για πρώτη φορά άστεγοι και κακοποιημένες γυναίκες εντάσσονται στο πλαίσιο του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και θα έχουν και χρηματική βοήθεια και στέγη φιλοξενίας.
– Δίνεται δυνατότητα σε οικογένειες με βιολογικά παιδιά με αναπηρία να υιοθετήσουν ή να καταστούν ανάδοχες οικογένειες, καθώς καταργείται η τυπική εξέταση των προϋποθέσεων της καλής διανοητικής και σωματικής υγείας για τους συνοικούντες των υποψηφίων αναδόχων γονέων. Παράλληλα, προχωρά η καταγραφή όλων των παιδιών στο Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων, ενώ θα διενεργούνται και μαθήματα σε γονείς εξ αποστάσεων, λόγω και των έκτακτων συνθηκών, μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
– Δίνεται παράταση στις αιτήσεις για τη χορήγηση των επιδομάτων γέννησης και αυξάνεται ο προϋπολογισμός του σχετικού επιδόματος, από τα 123 εκατομμύρια ευρώ που ήταν για το 2020, στα 160 εκατομμύρια ευρώ για το 2021.
– Θεσπίζεται πρόγραμμα με τίτλο «Στέγαση και Εργασία για Αστέγους».
– Δημιουργείται ειδική ψηφιακή πλατφόρμα για τη χορήγηση επιδόματος στεγαστικής συνδρομής σε όλους τους ηλικιωμένους ανασφάλιστους, με τον ταυτόχρονο μετασχηματισμό του ΟΠΕΚΑ.
– Λαμβάνεται ειδική μέριμνα στη σύνταξη χηρείας αναφορικά με τα αμφοτερόπλευρα ορφανά τέκνα.
Όσο για το επίμαχο ζήτημα της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, κυβέρνηση και Νέα Δημοκρατία τονίζουν ότι υλοποιείται μία εμβληματική προεκλογική δέσμευση, ότι είναι ένα «φιλολαϊκό μέτρο» προκειμένου να ελαφρυνθούν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα και να γίνει πιο ανταγωνιστική η αγορά εργασίας, η οποία έχει πληγεί σημαντικά. Η κυβέρνηση είναι, δε, καθησυχαστική πως η περικοπή της εισφοράς υπέρ του λογαριασμού ανεργίας του ΟΑΕΔ θα καλυφθεί από ισόποση επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, χωρίς να θίγονται δικαιώματα των ασφαλισμένων και συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Στον αντίποδα, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έχει δηλώσει επιφύλαξη επί της αρχής, επιμένει ότι «είναι ένα νομοθέτημα αναντίστοιχο της συγκυρίας, επικοινωνιακού τύπου, το οποίο δεν περιλαμβάνει ουσιαστικές, θετικές ρυθμίσεις ούτε για τους εργαζόμενους ούτε για τα νοικοκυριά ούτε για τους ευάλωτους πολίτες, οι οποίοι πλήττονται, διότι η συντριπτική πλειονότητα των άρθρων του είναι στην καλύτερη περίπτωση νομοτεχνικές βελτιώσεις σε υπάρχοντες νόμους και μετατροπή υπαρχουσών Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων και Υπουργικών Αποφάσεων σε νόμο». Οι θετικές ρυθμίσεις, όπως σημειώνει ο ΣΥΡΙΖΑ, αφορούν πολύ μικρό αριθμό ωφελούμενων, γύρω στα 3.000 άτομα, συνολικά, και δεν αντιμετωπίζουν τη φτωχοποίηση και την ανεργία που αυξάνονται ραγδαία. Όσο για τα «μέτρα ενίσχυσης εργαζομένων», αυτά, όπως αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, εξαντλούνται σε ένα άρθρο και αφορούν τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων και εργοδοτών κατά 3%, και το όφελος, για τη συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων, θα είναι από 2,8 ευρώ έως 14 ευρώ τον μήνα. Τονίζει, ιδίως, ότι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών θα στερήσει τον ΟΑΕΔ από πολλά προγράμματα για ανέργους και εργαζόμενους.
Επιφύλαξη έχει δηλώσει και το Κίνημα Αλλαγής, το οποίο καλεί τα άλλα κόμματα να αναλογιστούν ότι οι παρούσες ρυθμίσεις διαχειριστικού χαρακτήρα δεν καταφέρνουν να προσεγγίσουν το βάρος των ιστορικών μεταρρυθμίσεων που έκαναν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής.
Το Κίνημα Αλλαγής δεν αρνείται ότι το νομοσχέδιο περιλαμβάνει θετικές ρυθμίσεις, τις οποίες θα στηρίξει, στην ψηφοφορία. Για το ζήτημα, δε, της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, το ΚΙΝΑΛ κατηγορεί την κυβέρνηση για πρωτοφανή επικοινωνιακό καταιγισμό για μία διάταξη που ρητώς αναφέρει ότι θα έχει ισχύ μόνο για το 2021. Το Κίνημα Αλλαγής προειδοποιεί, όπως και τα άλλα κόμματα, ότι οι επιχειρησιακές δυνατότητες του ΟΑΕΔ μοιραία θα συρρικνωθούν και πως ο νόμος θα οδηγήσει αντικειμενικά τον ΟΑΕΔ σε ακύρωση κοινωνικών δράσεων και προγραμμάτων.
Το ΚΚΕ δήλωσε κατά της αρχής του νομοσχεδίου. Για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατήγγειλε ότι κινείται στην κατεύθυνση απαλλαγής του κράτους και της εργοδοσίας από την ασφάλιση και της μετατροπής της ασφάλισης από κοινωνική σε ατομική ευθύνη του εργαζόμενου. Όπως, εξάλλου, έχει καταγγείλει το ΚΚΕ, όλα τα κόμματα έχουν υπηρετήσει με φανατισμό την κατάργηση του κοινωνικού χαρακτήρα της ασφάλισης, με βαρύτατες συνέπειες για εργαζόμενους και συνταξιούχους. Οι προτεινόμενες μειώσεις, προειδοποιεί το ΚΚΕ, θα έχουν «μεγάλες επιπτώσεις στην ελλιπέστατη σήμερα προστασία των ανέργων, αλλά στη συνέχεια και στην υγεία και στα ασφαλιστικά δικαιώματα. Η υλοποίηση αυτών των μέτρων θα μεγαλώσει τα ελλείμματα του ΕΦΚΑ με μεγάλες επιπτώσεις στα ασφαλιστικά δικαιώματα, καθώς μειώνεται και η κρατική χρηματοδότηση για ασφάλιση, υγεία, σύνταξη». Η στάση του ΚΚΕ στην αρχή του νομοσχεδίου θα διαφοροποιηθεί σε ορισμένα άρθρα, και το «όχι» δεν θα είναι «όχι» σε όλα.
Η Ελληνική Λύση δηλώνει πως η συνταγή για την επιστροφή των νέων, για την αύξηση των γεννήσεων, τον περιορισμό της ανεργίας, την αύξηση των μισθών και τη στήριξη των συντάξεων, περνάει μέσα από τον συνδυασμό ανταποδοτικού και αναδιανεμητικού συστήματος, έτσι ώστε αφενός να αμείβονται οι συνταξιούχοι ανάλογα με τις εισφορές τους αφετέρου να επιβοηθούνται από τα ασφαλιστικά ταμεία αυτοί που πραγματικά έχουν ανάγκη. Κλειδί, σε κάθε περίπτωση, είναι μία ολοκληρωμένη πολιτική για το δημογραφικό που θα στηρίζει τους Έλληνες.
«H κυβερνητική μέθοδος της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, θα πρέπει να ιδωθεί στο πλαίσιο μίας αντίληψης που επιδιώκει την απαλλαγή του κράτους από την ευθύνη της συμμετοχής στην ασφάλιση, αντίληψη που προωθείται και μέσω της έκθεσης Πισσαρίδη», επισημαίνει το ΜέΡΑ25 και προειδοποιεί ότι ο κ. Βρούτσης φέρνει σήμερα ένα άλλο νομοσχέδιο, «οδοστρωτήρα για τα εργασιακά δικαιώματα», που οδηγεί στην απορρύθμιση του συστήματος υπερωριών, την απλήρωτη υπερωριακή εργασία, τη μείωση της αποζημίωσης απόλυσης.
Τροπολογία για τα σχολικά γεύματα
Στην αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος «Σχολικά γεύματα» και στην ενίσχυση της αλληλεγγύης στη μαθητική κοινότητα στοχεύει τροπολογία, που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων από τους συναρμόδιους υπουργούς. Η τροπολογία αναφέρεται στη διαδικασία ορισμού των σχολικών μονάδων των δήμων ή κοινοτήτων της χώρας, στις οποίες θα εφαρμοστεί το πρόγραμμα «Σχολικά γεύματα».
Είναι αξιοσημείωτη η παράθεση στοιχείων για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες στην ανάλυση συνεπειών της ρύθμισης που συνοδεύει το κείμενο της τροπολογίας. Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι το ποσοστό υλικής στέρησης σε 4 ή περισσότερα βασικά αγαθά ή υπηρεσίες ανήλθε το 2019 σε 16,2%, το 2015 αυτό το ποσοστό ανήλθε σε 22,2%, το 2016 σε 22,4%, το 2017 σε 21,1% και το 2018 σε 16,7%. Το έτος 2019, το ποσοστό των νοικοκυριών στο σύνολο του πληθυσμού που έχουν δυσκολία αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών ανήλθε σε 47,7%. Το 2015 το ποσοστό αυτό ανήλθε σε 53,2%, το 2016 σε 54,2%, το 2017 σε 53,2%, το 2018 σε 51,4%.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ – ΜΠΕ