Σαν σήμερα το 1960, μετά από ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης και του ΄Ελληνα πρέσβη στο Λονδίνο, Γεωργίου Σεφέρη επιστρέφει στη μητρική γη της Ζακύνθου η σορός του ποιητή Ανδρέα Κάλβου μετά της σορού της συζύγου του.
Ο Ανδρέας Κάλβος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, όπου έμαθε τα πρώτα γράμματα (ίσως ήταν μαθητής του Αντωνίου Μαρτελάου) και συνέχισε τις σπουδές του στην ελληνική παροικία στο Λιβόρνο και στη Φλωρεντία. Εκεί έγραψε στα ιταλικά το Άσμα στο Ναπολέοντα (1811). Το 1812 γνωρίστηκε στη Φλωρεντία με τον Ούγκο Φόσκολο και έγραψε τρεις τραγωδίες στα ιταλικά: τον Θηραμένη (1812-13), μια αγνώστου τίτλου (1812-13) και τις Δαναϊδες (1815). Το 1816 φιλοξενήθηκε από τον Φόσκολο στην Αγγλία και πήρε μέρος στην προσπάθεια του τελευταίου για έκδοση έργων κλασικών συγγραφέων.
Ως την άνοιξη του 1821 συνέχισε να γράφει στα ιταλικά και συνέθεσε δύο τραγωδίες ακόμα. Την ίδια χρονιά συνελήφθη από την αστυνομία και απελάθηκε στη Γενεύη, όπου έμεινε από το 1821 ως το 1824 και έγραψε τις δέκα πρώτες Ωδές, τις οποίες τύπωσε το 1824 με τον τίτλο Λύρα. Το 1826 πήγε στο Παρίσι, όπου εκδόθηκε η νέα σειρά των Ωδών. Επέστρεψε στην Ελλάδα και με την ποίηση δεν ασχολήθηκε ξανά ως τον θάνατό του. Το 1852 εγκατέλειψε την Κέρκυρα και έζησε στο Λονδίνο ως τον θάνατό του, το 1869.
Ως ποιητής ο Κάλβος συμπίπτει χρονικά με την Επτανησιακή Σχολή, αποτελεί ωστόσο μια μοναχική περίπτωση δημιουργού, που συνδυάζει στοιχεία διαφόρων ρευμάτων (κλασικιστικά, ρομαντικά) και διαφοροποιείται από την Επτανησιακή Σχολή, κυρίως λόγω της ιδιομορφίας της γλώσσας του, η οποία διαθέτει σπουδαία εκφραστική και εικονοπλαστική δύναμη. Στην Ελλάδα έγινε γνωστός μετά το 1889 με αφορμή τη γνωστή διάλεξη του Παλαμά για την ποίησή του. Οι μελετητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας ασχολήθηκαν κυρίως με τις Ωδές του, τα τελευταία χρόνια ωστόσο η έρευνα στρέφεται και γύρω από τα ιταλόφωνα έργα του.
Ανθολογούνται στα σχολικά βιβλία: