Ο εμβολιασμός όσων το δυνατό περισσότερων ανθρώπων κατά του κορονοϊού είναι ζωτικός, προκειμένου να μπει ένα “φρένο” στην πανδημία covid-19. Όμως, για να γίνει αυτό, πολλοί επιστήμονες θεωρούν αναγκαία τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια εκ των προτέρων σχετικά με τα εμβόλια, ώστε να μη δημιουργηθεί εκ των υστέρων “θόρυβος” που θα ενισχύσει τις αντιεμβολιαστικές απόψεις.
Εν προκειμένω, ένα από τα πράγματα που χρειάζεται περισσότερη διευκρίνιση, είναι τι ακριβώς σημαίνει ότι στις κλινικές δοκιμές τους τα εμβόλια των Pfizer/BioNTech και Moderna εμφάνισαν -μεγαλύτερη του αναμενομένου- αποτελεσματικότητα περίπου 95% (ενώ και το ρωσικό “Σπούτνικ-5” πάνω από 90%) και κατά πόσο αυτό σημαίνει ότι σχεδόν όλοι όσοι κάνουν αυτά τα εμβόλια θα είναι “άτρωτοι” από τον κορονοϊό.
«Πρόκειται για εμβόλια που αλλάζουν τους όρους του παιγνιδιού. Όλοι περιμέναμε αποτελεσματικότητα 50% έως 70%», δήλωσε στους Τάιμς της Νέας Υόρκης (ΝΥΤ) ο ερευνητής εμβολίων δρ Γκρέγκορι Πόλαντ της αμερικανικής Κλινικής Mayo.
Όπως, όμως, διευκρινίζει ο επιστημονικός συντάκτης των ΝΥΤ, βιολόγος και συγγραφέας Καρλ Ζίμερ, η αποτελεσματικότητα 95% στις δοκιμές δεν σημαίνει ότι θα είναι ίδια και στην πράξη μετά τους μαζικούς εμβολιασμούς. Η αποτελεσματικότητα στις δοκιμές είναι ένας στατιστικός δείκτης που προκύπτει με συγκεκριμένους μαθηματικούς υπολογισμούς.
Η φαρμακευτική εταιρεία εμβολιάζει μερικούς ανθρώπους, ενώ σε άλλους δίνει εικονικό εμβόλιο (πλασίμπο), χωρίς κανείς συμμετέχων να ξέρει αν έχει όντως εμβολιαστεί ή όχι (“τυφλή” δοκιμή). Στη συνέχεια οι εμβολιασμένοι και οι ψευδο-εμβολιασμένοι κάνουν κανονικά τη ζωή τους και η εταιρεία παρακολουθεί πόσοι θα εμφανίσουν συμπτώματα covid-19 και θα διαγνωστούν θετικοί στον κορονοϊό (170 άτομα στην περίπτωση των Pfizer/BioNTech). Μετά υπολογίζεται ποιο ποσοστό των αρρώστων είχαν εμβολιαστεί και ποιο όχι, καθώς και η σχετική διαφορά ανάμεσα στα δύο ποσοστά. Στην περίπτωση και των δύο εμβολίων η μεγάλη πλειονότητα όσων αρρώστησαν, δεν είχαν εμβολιαστεί. Η διαφορά αυτή, που εκφράζεται ως ποσοστό (π.χ. 95%), δείχνει την αποτελεσματικότητα (efficacy) και αποτελεί πειστική ένδειξη ότι το εμβόλιο “δουλεύει” καλά.
Όμως, όπως έχει δείξει η εμπειρία με προηγούμενα εμβόλια, η αποτελεσματικότητα των δοκιμών είναι διαφορετική από την αποτελεσματικότητα ενός εμβολίου στον πραγματικό κόσμο (effectiveness) και είναι σημαντικό, σύμφωνα με τους ειδικούς, τα δύο αυτά είδη αποτελεσματικότητας να μη συγχέονται. Το ποσοστό 95% δεν αντιπροσωπεύει την πραγματική πιθανότητα να μολυνθεί κάποιος από τον κορονοϊό, ούτε ισοδυναμεί στην πράξη -όπως κακώς πολλοί νομίζουν- με το ότι οι 95 στους 100 άνθρωποι που θα εμβολιαστούν, σίγουρα δεν θα μολυνθούν ή δεν θα αρρωστήσουν.
«Η αποτελεσματικότητα (effectiveness) δείχνει πόσο καλά δουλεύει το εμβόλιο έξω στον πραγματικό κόσμο», σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή επιδημιολογίας Ναόρ Μπαρ-Ζέεβ της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης.
Ίσως η αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά του κορονοϊού στις δοκιμές (efficacy) αποδειχθεί εξίσου εντυπωσιακή στην πράξη (effectiveness), αλλά με βάση την προηγούμενη εμπειρία εμβολιασμών, θα είναι μάλλον κάπως μικρότερη- άγνωστο πόσο. Αυτό εν μέρει οφείλεται στο ότι οι λίγες χιλιάδες άνθρωποι που συμμετέχουν στις κλινικές δοκιμές, δεν αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού. Για παράδειγμα, “εκεί έξω” υπάρχουν άνθρωποι με ποικίλα χρόνια προβλήματα υγείας που μπορεί να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα του εμβολίου.