Η πορεία του Κορονοϊού στη χώρα εξελίσσεται κατά τρόπο που προκαλεί συγκρατημένη αισιοδοξία τόσο στις ελληνικές όσο και στις ευρωπαϊκές αρχές, ότι δεν θα έχει την έκταση και τις συνέπειες των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Εν’ ολίγοις το τίμημα σε ζωές και οικονομικά μεγέθη τείνει να διαμορφωθεί σε διαχειρίσιμα επίπεδα, τηρουμένων των αναλογιών με τον διεθνή και ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Με χαμηλό το όριο θνησιμότητας, (περίπου 4.5% επί των κρουσμάτων, έναντι 10% στην Ευρώπη) και με περιορισμένο ακόμα αριθμό νοσηλευομένων, το ερώτημα που μας απασχολεί είναι τι θα συμβεί εάν ξαφνικά αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των κρουσμάτων στη χώρα μας ή εάν ο χαμηλός δείκτης αύξησης των κρουσμάτων συνεχιστεί να υφίσταται για μήνες, όταν στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες ο κορονοϊός θα τείνει να εξαφανιστεί επειδή εκεί θα έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του, με τις εκατόμβες των νεκρών.
Στα ερωτήματα αυτά δεν έχουν δοθεί απαντήσεις, τουλάχιστον ακόμα, και αποτελεί ζήτημα πολύωρων διαβουλεύσεων σε υψηλότατο επίπεδο η αξιολόγησή τους.
Η κυβέρνηση, που αντικειμενικά χειρίζεται με μεθοδικό και αποτελεσματικό τρόπο την πανδημία, έχει μπροστά της να λύσει και πολλά άλλα προβλήματα που ακολουθούν την πανδημία.
Ένα από αυτά, που είναι και το πιο κρίσιμο, η διαχείριση των επιπτώσεων στην οικονομία, σε μια περίοδο που η Ευρώπη εμφανίζει χαμηλά αντανακλαστικά και που η Ελλάδα, μετά από την δεκαετή οικονομική κρίση, δεν έχει τα αποθέματα δυνάμεων που έχουν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η κυβέρνηση προκειμένου να ελέγξει την εξέλιξη του κορονοϊού πήρε αποτελεσματικά μέτρα, έγκαιρα με στόχο να μην επιβαρυνθεί το ΕΣΥ, πέρα και πάνω από τις, ούτως ή άλλως, περιορισμένες δυνατότητες του.
Το πείραμα πέτυχε αλλά αμέσως έγιναν αισθητές οι επιπτώσεις στην οικονομία. Στην ουσία το κλείσιμο των επιχειρήσεων και οι απαγορεύσεις στην κυκλοφορία σήμαναν ένα τεράστιο δημοσιονομικό κόστος που θα αποτυπωθεί σε ένα ποσοστό, περίπου 10% του ΑΕΠ στην καλύτερη των περιπτώσεων, ή 20% στη χειρότερη των περιπτώσεων.
Αποφεύγοντας την αναφορά στον ακριβή αριθμό των απαιτούμενων χρημάτων, αυτό που απασχολεί πολλούς δεν είναι μόνο το ύψος της επιδότησης της οικονομίας και των απασχολουμένων με μερικά δις ευρώ, αλλά το ύψος των απωλειών που θα υπάρξουν συνολικά για τον πληθυσμό από τον περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας, σε ποσοστό πολύ μεγαλύτερο του 50% για λίγους ή περισσότερους μήνες.
Η Τράπεζα της Ελλάδος και η ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών σπαζοκεφαλιάζουν τις τελευταίες εβδομάδες αναλύοντας δεδομένα και επιμετρώντας εξελίξεις για τις συνέπειες που θα υπάρξουν από κάθε διαφαινόμενη εξέλιξη.
Κοινώς κάνουν “ασκήσεις επί χάρτου” και διαμορφώνουν εισηγήσεις που θα τις αξιολογήσει ο πρωθυπουργός με τους πιο στενούς συνεργάτες του, πριν ληφθούν οι αποφάσεις της επόμενης ημέρας.
ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
ΚΑΙ Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΕΙΨΕΩΝ
Στην Ιταλία με τον μεγαλύτερο αριθμό θανάτων στην Ευρώπη κι ενώ ο θανατηφόρος ιός δεν δείχνει ακόμα σημάδια κόπωσης και υποχώρησης, άνοιξε η μεγάλη συζήτηση για την οικονομία.
Απογοητευμένοι και οι καλοί μας γείτονες από την σκληρή και αλαζονική συμπεριφορά της Γερμανίας αντιλαμβάνονται πως εάν σε λίγες εβδομάδες δεν ανοίξουν ξανά τα εργοστάσια και δεν ενισχυθεί η παραγωγή, η καταστροφή θα είναι ακόμα μεγαλύτερη από αυτήν που έχει ήδη γνωρίσει η χώρα με τους 13.000 νεκρούς.
Κοντολογίς στην Ιταλία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, φοβούνται πως η κατάσταση θα γίνει ανεξέλεγκτη εάν ο κόσμος δεν επιστρέψει στις εργασίες του και εάν δεν αρχίσει να κινείται έστω και με περιορισμένους ρυθμούς η οικονομία.
Ο κρυφός φόβος όλων των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών, παρότι δεν το ομολογούν, είναι ό,τι εάν δεν αποκλιμακωθεί η κατάσταση συνολικά στον κόσμο, ενδέχεται να υπάρξει στο τέλος του χρόνου ακόμα και διατροφικό πρόβλημα, πρώτο σημάδι του οποίου θα είναι η άνοδος των τιμών, η έλλειψη τροφίμων στα σούπερ μάρκετ και στο τέλος η μαύρη αγορά.
Τις τελευταίες ημέρες όλοι αντιληφθήκαμε το τι μπορεί να συμβεί με τα τρόφιμα όταν λάβαμε ένα πρώτο δείγμα της συμπεριφοράς των κρατών στην προσπάθεια τους να εξασφαλίσουν προμήθειες υγειονομικού υλικού. Σκοτώθηκαν να “κλέβει” η μια χώρα τις παραγγελίες της άλλης, από εργοστάσια, βιομηχανίες ή ακόμα και κράτη!
ΟΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Απέναντι στα δεδομένα που διαμορφώνονται, η χώρα μας δείχνει σταδιακά να κάνει τις επιλογές της.
– Μπήκε στον άξονα του Νότου της Ευρώπης που διεκδικεί δυναμικά το ευρωομόλογο και χωρίς περιστροφές έβαλε προ των ευθυνών της κι αυτή την Γερμανία. Ποτέ στο παρελθόν η Ελλάδα δεν είχε προχωρήσει σε απόρριψη των γερμανικών επιλογών, κατ΄ αυτόν τον τρόπο. Οι συζητήσεις για το ευρωομόλογο, ακόμα κι αν δεν ευοδωθούν, θα έχουν ένα πραγματικό κέρδος. Ότι ούτε η Ελλάδα ούτε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, δεν πρόκειται να λάβει τα χρήματα που θα έχει ανάγκη λόγω του κορονοϊού, από τον ESM ( Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας), με μνημονιακούς όρους.
– Εξετάζει το πακέτο των αντοχών της οικονομίας για πάγιες και σταθερές ενισχύσεις προς τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, (εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι και επιχειρήσεις)
– Παραμετροποιεί τις εξελίξεις στην υγεία με αυτές στην οικονομία.
Η τελευταία διαδικασία δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε απλή. Επί της ουσίας διαμορφώνονται προτάσεις διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης και με όρους οικονομικού αποτελέσματος.
ΤΑ ΔΥΟ ΣΕΝΑΡΙΑ
Το επιστέγασμα των συζητήσεων και των διαβουλεύσεων σε κορυφαίο επίπεδο κατατείνει στην διαμόρφωση δύο σεναρίων διαχείρισης της κρίσης.
Το πρώτο, αποκαλούμενο και καλό σενάριο προβλέπει αποκλιμάκωση της υγειονομικής κρίσης σε βάθος τριών ή τεσσάρων μηνών από την εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων και θανάτων και κάνει λόγο για βελτίωση της κατάστασης στην Ελλάδα, από τα μέσα Μαΐου έως αρχές Ιουνίου.
Το δεύτερο, αποκαλούμενο και εφιαλτικό σενάριο, προβλέπει αποκλιμάκωση της κρίσης σε βάθος εξαμήνου και προβλέπει επιστροφή στην κανονικότητα από τον Οκτώβριο. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει οδυνηρές συνέπειες για την οικονομία, επειδή πέραν όλων των άλλων απωλειών θα έχουν χαθεί τα έσοδα σε επιχειρήσεις, εργαζόμενους και κράτος από την τουριστική βιομηχανία.
Και τα δύο όμως σενάρια λαμβάνουν σοβαρά υπόψη, όχι μόνο την εξέλιξη της πανδημίας στο εσωτερικό της χώρας αλλά και τις εξελίξεις στον γεωγραφικό μας περίγυρο.
Η τελευταία ανακοίνωση της κυβέρνησης κάνει λόγο για επέκταση των περιοριστικών μέτρων ώς το τέλος Απριλίου.
Απόλυτα λογική εξέλιξη όταν ο επικεφαλής της κυβερνητικής ομάδας διαχείρισης του προβλήματος μας, καθηγητής κος Τσιόδρας, μας έχει προειδοποιήσει, ότι βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή του προβλήματος.
Αν όμως για κάποιο λόγο, η εξέλιξη της νόσου στη χώρα μας εμφανίσει σημάδια κόπωσης και περιορισμού τους επόμενους δύο μήνες, τότε είναι πιθανόν ορισμένοι κλάδοι της οικονομίας να μπουν, υπό προϋποθέσεις, σε καθεστώς επανεκκίνησης. Αν αυτό συσχετισθεί με ανάλογες εξελίξεις στον ευρωπαϊκό κυρίως χώρο, ενδέχεται αυτό να επιτρέψει τις αερομεταφορές και τα ταξίδια.
Εν τέλει το μεγάλο στοίχημα πολλών στη χώρα μας και διεθνώς είναι, αν θα λειτουργήσει μερικώς και με καθυστέρηση ολίγων μηνών η τουριστική βιομηχανία. Το καλό σενάριο αυτό ακριβώς προβλέπει. Επανεκκίνηση του τουρισμού από τον Ιούλιο μήνα, δίχως βέβαια να αναμένονται οι επιδόσεις των προηγούμενων ετών.
Αν όμως ο θανατηφόρος ιός εξακολουθήσει να βασανίζει για πολλούς μήνες τους πληθυσμούς της γηραιάς ηπείρου και της χώρας μας, τότε Ναι. Τα πράγματα θα γίνουν δύσκολα για όλους μας. Όσα χρήματα κι αν εξασφαλίσει η κυβέρνηση από ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις δεν θα είναι αρκετά για να καλύψει τις απώλειες και τις ζημίες. Η συρρίκνωση των εισοδημάτων όχι μόνον εκείνων που ζουν από τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, αλλά και εκείνων που ζουν από το δημόσιο τομέα της οικονομίας θα είναι μάλλον αναπόφευκτη.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις μας υπαγορεύουν συμπεριφορές συμβατές, μόνο ως προς την υλοποίηση του καλού σεναρίου. Πρόνοιες και μέτρα πλήρους περιορισμού για να ξεμπερδέψουμε το συντομότερο με την πανδημία.
Παγκόσμιοι οργανισμοί και διεθνή οικονομικά ιδρύματα έχουν περιγράψει με γλαφυρούς όρους τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας.
Ένα κόστος σε ανθρώπινες απώλειες και οικονομικές ζημίες που πολλοί το βλέπουν σαν αυτό ενός παγκοσμίου πολέμου και που για να επουλωθεί στη συνέχεια θα χρειαστούν όχι ένα αλλά πολλά σχέδια τύπου “Μάρσαλ”, για να θυμηθούμε την πρόσφατη διαπίστωση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Αρκεί μόνο οι ηγέτες της οικουμένης να κατανοήσουν πόσο υπεύθυνα και σοβαρά πρέπει να συμπεριφερθούν, τουλάχιστον από ‘δω και στο εξής.
Φίλιππος Συνετός
Εφημερίδα ΕΡΜΗΣ 06/04/2020