Με δύο κυρίως ανταλλάγματα χιλιάδες υποψήφιοι για προνοιακό επίδομα εξασφάλιζαν την χορήγηση του σχετικού πιστοποιητικού στις τοπικές υπηρεσίες που βρίσκονται υπό τον έλεγχο της αυτοδιοίκησης.
Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε το Σαββατοκύριακο σε αθηναικά μέσα ενημέρωσης ο αρμόδιος υφυπουργός Μάρκος Μπόλαρης οι υποψήφιοι «δικαιούχοι» είχαν τη δυνατότητα είτε να… εξαγοράσουν με την ψήφο τους ένα πιστοποιητικό είτε να αγοράσουν -καταβάλλοντας από 1.500-3.000 ευρώ- τα πολυπόθητα δικαιολογητικά. Σε κάθε περίπτωση χρειαζόταν συνέργεια γιατρών και επιτροπών, αλλά και πολιτικών προσώπων.
Για το μεγάλο κόλπο στην Πρόνοια -που σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις έχει επιβαρύνει τα κρατικά ταμεία με 110 εκατ. ευρώ μόνο για το 2011 ο υφυπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Μάρκος Μπόλαρης έχει στη διάθεσή του πλήθος καταγγελιών για πλαστά έγγραφα, «μαϊμού» αναπήρους και επίορκους λειτουργούς. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, δύο είναι οι βασικοί τρόποι εξασφάλισης πιστοποιητικών που οδηγούν σε χορήγηση προνοιακών και κοινωνικών επιδομάτων:
Γιατροί σε ρόλο… ψαρά! Όπως αποκαλύπτει ο κ. Μπόλαρης, μιλώντας στην εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ της Κυριακής σε κάποιες περιπτώσεις το παιχνίδι είχε στηθεί από γιατρούς, οι οποίοι «ψάρευαν» στα ιατρεία τους, τους υποψήφιους «δικαιούχους». Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τις καταγγελίες, κάποιοι γιατροί κατά την επίσκεψη πολιτών στο ιατρείο τους πρότειναν ένα σταθερό εισόδημα, έναντι μιας μικρής αμοιβής. Η «ταρίφα», ανάλογα με τα περιστατικά, είχε διαμορφωθεί από 1.500 ευρώ έως και 3.000 ευρώ. Όσο πιο υψηλό ήταν το επίδομα που εξασφάλιζε ο γιατρός τόσο πιο υψηλή ήταν και η… αμοιβή. Με τον τρόπο αυτό, πολίτες «έχαναν το φως τους» και αποκτούσαν βαριά αναπηρία.
Τα λεφτά είναι πολλά, σημειώνει ο υφυπουργός, προσθέτοντας ότι ένας γιατρός που, για παράδειγμα, έχει εκδώσει 500 πλαστά πιστοποιητικά έχει «κερδίσει» από 750.000 έως και 1.500.000 ευρώ! Από τις ίδιες καταγγελίες, φαίνεται ότι γιατροί λάμβαναν «φακελάκι» ακόμη και αν ο πολίτης νόμιμα έπρεπε να λάβει σχετική γνωμάτευση, ώστε να λάβει προνοιακό επίδομα. Ενδεικτική είναι η περίπτωση μίας κατοίκου της Ζακύνθου, η οποία κατήγγειλε γιατρό, που της ζητούσε μίζα, προκειμένου να της υπογράψει πιστοποιητικό για βοήθημα που δικαιούνταν η τυφλή μητέρα της από την πρόνοια.
Η Αν. Τσ. κατήγγειλε ότι γιατρός, το 2000, της ζήτησε χρήματα, τα οποία και έδωσε προκειμένου να πάρει επίδομα η μητέρα της, η οποία ήταν όντως τυφλή, λέγοντάς της ότι εάν δεν έδινε το φακελάκι, δεν θα έπαιρνε το πιστοποιητικό.
Παράλληλα αιρετοί των ΟΤΑ, κυρίως νομάρχες εξασφάλιζαν την εκλογική τους θητεία εκμεταλευόμενοι την εποπτεία των παραπάνω υπηρεσιών!
Σύμφωνα με τον υφυπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η ιστορία ξεκινά από το 1994 με την αποκέντρωση των λειτουργιών και υπηρεσιών του κράτους. Τότε μεταβιβάστηκαν από το υπουργείο Υγείας στις νομαρχίες, οι διευθύνσεις πρόνοιας και ουσιαστικά σταμάτησε ο έλεγχος από τα υπουργεία. Οι διευθύνσεις Πρόνοιας απαρτίζονταν από «υπαλλήλους» του νομάρχη, σημειώνει ο κ. Μπόλαρης, και είχαν επαφές με ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες. «Έτσι μια εξαιρετική παρέμβαση για την ανακούφιση του πληθυσμού που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, στα χέρια αδίστακτων έγιναν εργαλεία ψηφοθηρίας», αναφέρει χαρακτηριστικά ο υφυπουργός.
Τα στοιχεία άλλωστε είναι αποκαλυπτικά: τις χρονιές δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, ο αριθμός δικαιούχων προνοιακών και κοινωνικών επιδομάτων παρουσίαζε κατακόρυφη αύξηση. Η πρόσφατη απογραφή επιβεβαιώνει τον κ. Μπόλαρη, καθώς την περίοδο 2009-2010 -εν όψει περιφερειακών εκλογών- οι ανάπηροι και οι τυφλοί «βούλιαξαν» ολόκληρες περιοχές με τα μεγαλύτερη ποσοστά να εμφανίζονται στις μονοεδρικές περιφέρειες. Όπως αναφέρει ο υφυπουργός, «ανάλογα με τις αναστολές που είχε ο εκάστοτε αιρετός, ή το πόσο ανήθικος ή αδίστακτος ήταν, έστηνε τη μηχανή».
Για παράδειγμα, κάποιος που είχε ποσοστό αναπηρίας 60%, με παρέμβαση του νομάρχη, «ανέβαινε» στο 67% εξασφαλίζοντας υψηλό επίδομα. Τα ασύνδετα αρχεία που υπήρχαν -λόγω έλλειψης Εθνικού Μητρώου Δικαιούχων- επέτρεπαν στα κυκλώματα να δρουν ανεξέλεγκτα. Οι κοινωνικοί λογαριασμοί αυξάνονταν, οι νομαρχίες και οι δήμοι χρέωναν στο κράτος και το κράτος πλήρωνε τις… ψήφους. Οι αιρετοί μάλιστα είχαν στη διάθεσή τους και σχετική εγκύκλιο που επέτρεπε κατά προτεραιότητα να πληρώνουν τους κοινωνικούς λογαριασμούς. «Γιατί να κάνουν δρόμους και έργα, αφού μπορούσαν να εξασφαλίζουν την εκλογή τους με τα επιδόματα;», τονίζει, προσθέτοντας ότι έτσι στήθηκε μια ατέλειωτη συναλλαγή!