Αποκλείστηκε το ενδεχόμενο να έχουν αρχαιολογική αξία
Παρουσιάζουν μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον καθώς δεν ταυτίζονται με άλλες φυσικές δομές
Οι πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στον –Ε- και έκαναν λόγο για την ύπαρξη γεωλογικών και όχι αρχαιολογικών ευρημάτων στο βυθό του Αλυκανά, επιβεβαιώνονται πλήρως και από την επίσημη προκαταρκτική έκθεση που συνυπογράφουν ο Δρ. Μιχαήλ Σταματάκης, Καθηγητής Βιομηχανικών Ορυκτών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, η Μαγδαληνή Αθανασούλα, καταδυόμενη αρχαιολόγος της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και ο Πέτρος Τσαμπουράκης, δύτης και τεχνικός βυθού της ίδιας υπηρεσίας.
Η «προκαταρκτική έκθεση σχετικά με τον προσδιορισμό των υποβρυχίων αποτελεσμάτων στην ανατολική Ζάκυνθο» συντάχθηκε στις 25 Νοεμβρίου και αφού ολοκληρώθηκαν μια σειρά από εργαστηριακές αναλύσεις που ακολούθησαν τις υποθαλάσσιες έρευνες από τους δύτες αρχαιολόγους αλλά και τους γεωλόγους.
Το συμπέρασμα της έκθεσης καταλήγει στο ότι τα ευρήματα δεν είναι ανθρωπογενή, αλλά έχουν τεράστιο επιστημονικό ενδιαφέρον, αφού δεν ταυτίζονται με άλλες φυσικές δομές που περιγράφονται στην διεθνή βιβλιογραφία.
Με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα, τα ευρήματα φαίνεται να είναι το «αποτύπωμα» γεωλογικών διεργασιών που έλαβαν χώρα πριν από χιλιάδες χρόνια.
Θυμίζουμε πως το ερευνητικό κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων έφτασε στη Ζάκυνθο τον περασμένο Οκτώβρη με δεδομένο ότι οι αρχικές εκτιμήσεις γύρω από τα ευρήματα τα περιέγραφαν ως αρχαιολογικά. Όπως όμως χαρακτηριστικά επισημαίνεται και στην έκθεση « η προσεκτικότερη και διεξοδικότερη διερεύνηση των ευρημάτων, η πλήρης απουσία άλλων αρχαιολογικών τεκμηρίων στον περιβάλλοντα χώρο που αυτά εντοπίστηκαν και η αποκάλυψη νέων σχηματισμών με ασύμμετρη μορφολογία, δημιούργησαν ερωτηματικά και αμφιβολίες ως προς την αρχική εκτίμηση και έστρεψε τις υποψίες της αρχαιολογικής ομάδας προς την κατεύθυνση ότι ίσως πρόκειται για ιδιόμορφο και σπάνιο αρχαιολογικό φαινόμενο».
Για το λόγο αυτό, στην ερευνητική ομάδα ενώθηκε ο Καθηγητής Μιχάλης Σταματάκης ο οποίος μάλιστα ερευνά τη γεωλογία του νησιού μας από το 1984.
Η ερευνητική ομάδα προχώρησε σε καθημερινές καταδύσεις, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκε και τοπογραφική αποτύπωση των ευρημάτων. Η αποτύπωση, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, δείχνει ότι το φαινόμενο έχει αναπτυχθεί σε μια σχεδόν γραμμική περιοχή, η οποία έχει μήκος τα 150 μέτρα και βάθος τα 6 μέτρα.
Αναφέρεται σχετικά στην έκθεση:
«Μετά από διεξοδική και επί τόπου εξέταση των ευρημάτων, που συνοδεύτηκε από επιφανειακό καθαρισμό, μετρήσεις και φωτογράφηση των διάφορων στοιχείων, καθώς και δειγματοληψία των διάφορων μορφολογικών τύπων που εντοπίστηκαν, τα αποτελέσματα είναι τα ακόλουθα:
1. Αλλεπάλληλες φυλλοειδείς – δακτυλιοειδείς αποθέσεις
2. Μορφές καμινάδας
3. Μορφές πλακόστρωτων»
Τα δείγματα εστάλησαν για χημική και ορυκτολογική ανάλυση στα εργαστήρια της εταιρείας τσιμέντων ΤΙΤΑΝ Α.Ε στο Καμάρι Βοιωτίας και με την χρήση ακτίνων Χ φάνηκε ότι κυριαρχούν τα ανθρακικά άλατα ασβεστίου- μαγνησίου – σιδήρου, μέταλλα τα οποία συνήθως σχηματίζονται γύρω από αναβλύσεις ρευστών που διαπερνούν πετρώματα ή χαλαρές αποθέσεις που περιέχουν αργιλοπυριτικά ορυκτά.
«Άλλα συστατικά περιλαμβάνουν τον χαλαζία, αργιλικά ορυκτά και αστρίους, ενώ ανιχνεύτηκε επίσης χλωριούχο νάτριο από το θαλασσινό νερό. Η χημική ανάλυση ιχνοστοιχείων έδειξε ότι δεν υπάρχει κανένας άξιος λόγου εμπλουτισμός σε πολύτιμα ή ανεπιθύμητα ιχνοστοιχεία, ενώ η ανάλυση των κύριων στοιχείων ανέδειξε την υπεροχή του ασβεστίου, μαγνησίου, σιδήρου και δευτερευόντως του χαλαζία»
Η έκθεση καταλήγει στα εξής συμπεράσματα.
«Σύμφωνα με την λεπτομερή υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή μελέτης, παρά την μεγάλη ομοιότητά τους με ανθρώπινες κατασκευές, η πιθανότητα τα ευρήματα αυτά να είναι ανθρωπογενούς προέλευσης πρέπει να αποκλειστεί.
Τα υποθαλάσσια αυτά ευρήματα, έχουν μεγάλο ενδιαφέρον από επιστημονική άποψη, καθώς δεν ταυτίζονται με άλλες φυσικές δομές ή γεωμορφές που έχουν περιγραφεί στη διεθνή βιβλιογραφία. Ωστόσο υπάρχουν ομοιότητες με τα λεγόμενα carbonate pavements, pockmarks and chimneys, τα οποία συναντώνται σε περιοχές υποθαλάσσιας διαφυγής αερίων, κυρίως μεθανίου, ή και ψυχρού ύδατος στον πυθμένα. Οι γνωστές αυτές γεωμορφές υπολογίζεται ότι έχουν ηλικίες, μεγαλύτερες των 5.000 χρόνων.
Με τα εώς τώρα δεδομένα θεωρείται ότι και οι γεωμορφές που ερευνήθηκαν στη Ζάκυνθο, αποτελούν το αποτύπωμα γεωλογικών διεργασιών, οι οποίες έλαβαν χώρα σε πρωιμότερες γεωλογικές περιόδους.
Στο ότι πρόκειται για παλαιούς γεωλογικά σχηματισμούς, συνηγορεί και η παρατήρηση όλων των μελών της ομάδας ότι σήμερα δεν υφίσταται καμία διαφυγή ρευστών στην περιοχή ανάπτυξης των γεωμορφών ( που να πιστοποιείται π.χ από παρουσία φυσαλίδων, θολερότητα του νερού ή χαρακτηριστική δυσώδη οσμή). Ένα ακόμη στοιχείο που συνηγορεί στο ότι οι σχηματισμοί αυτοί είναι γεωλογικά παλαιοί είναι το γεγονός ότι πολλές δακτυλιοειδείς μορφές έχουν κλίση σε σχέση με το οριζόντιο επίπεδο»
Η ερευνητική ομάδα καταλήγει στην πρόταση για περαιτέρω έρευνα για την προέλευση και την ηλικία αυτών των μορφών με πρόσθετες αναλύσεις αλλά και στην ανάγκη προστασίας και αξιοποίησης του χώρου, από τους φορείς του νησιού, ώστε να αποτελέσει πόλο έλξης επισκεπτών αλλά και επιστημόνων.