Παρέμβαση στη συζήτηση που έχει ξεκινήσει στην Ελλάδα για λάθους υπολογισμούς της Τρόικα στο ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής έκανε χθες ο επίτροπος οικονομίας Ολι Ρεν.
Ειδικότερα, σε επιστολή του προς τους υπουργούς οικονομικών της ΕΕ και αξιωματούχους της Ευρωζώνης, ο κοινοτικός επίτροπος αναφέρει – μεταξύ άλλων – ότι για την ύφεση στην Ελλάδα ευθύνεται κατά κύριο λόγο η καθυστέρηση στην εφαρμογή των μέτρων σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα.
Αποδέκτες της τετρασέλιδης επιστολής του κ. Ρεν, πέραν των υπουργών Οικονομικών, είναι επίσης ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, ο πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας του Εurogroup Τόμας Βίζερ, ο διευθυντής του Ταμείου Διάσωσης (ΕΤΧΣ) Κλάους Ρέγκλινγκ και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων Βέρνερ Χόιερ.
Όπως επισημαίνει στην επιστολή του ο κ. Ρεν, η συζήτηση για τους λεγόμενους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές στην Ελλάδα, όχι μόνο δεν βοηθάει, αλλά «κινδυνεύει να πλήξει την εμπιστοσύνη την οποία οικοδομήσαμε με επίπονες προσπάθειες τα τελευταία χρόνια σε πολλές συνεδριάσεις που διήρκεσαν ως αργά τη νύχτα».
Στη συνέχεια, αναφέρεται σε πρόσφατο άρθρο του επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ στον ελληνικό Τύπο, στο οποίο υπογραμμίζει ότι το να συνδέουμε τις περιορισμένες επιδόσεις της Ελλάδας με το σχεδιασμό του προγράμματος «συνιστά θεμελιώδη ριζική παρερμηνεία των ιστορικών δεδομένων και της έρευνας του ΔΝΤ σε ό,τι αφορά τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές».
Αναφερόμενος στους λόγους της βαθιάς ύφεσης στην Ελλάδα, ο Ολι Ρεν επισημαίνει ότι το 2009 το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτασε στο 15,6% του ΑΕΠ και οι αγορές δεν ήταν πλέον πρόθυμες να χρηματοδοτήσουν τα υψηλά επίπεδα χρέους της Ελλάδας. Αυτή η κατάσταση οδήγησε στο μνημόνιο και το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης την Άνοιξη του 2010. «Ωστόσο, η παρατεταμένη αβεβαιότητα και τα προβλήματα εφαρμογής τα πρώτα χρόνια του προγράμματος είχαν ως συνέπεια η ελληνική οικονομία να μην επωφεληθεί από την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, που θα έπρεπε να έχει δημιουργήσει η δημοσιονομική προσαρμογή», αναφέρει.