Όταν η μέση, ζητούμενη τιμή για το ενοίκιο σε ένα διαμέρισμα 100 τ.μ. στο κέντρο της Αθήνας ξεπερνά τα 920 ευρώ κι όταν η μέση αύξηση σε όλη τη χώρα είναι της τάξης του 9% μέσα σε ένα χρόνο, τότε είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά και τότε καλείται η Πολιτεία να βρει τα κατάλληλα «αντίδοτα».
Υπάρχει άραγε αντίστοιχη αύξηση εισοδημάτων; Ούτε κατά διάνοια. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και της Τράπεζας της Ελλάδας δείχνουν μια οριακή βελτίωση, που σε καμία περίπτωση δεν προσεγγίζει τις αυξήσεις των ενοικίων. Και τότε; Τα πράγματα είναι μάλλον απλά. Στον καιρό της κρίσης, η οικοδομή «πάγωσε» με αποτέλεσμα η προσφορά νέων κατοικιών να είναι μικρή. Επιπλέον, την τελευταία διετία το φαινόμενο των βραχυχρόνιων μισθώσεων αφαιρεί ακόμα μεγαλύτερο stock κατοικιών από την αγορά, ενώ συν τοις άλλοις οι υψηλές αποδόσεις στα ακίνητα που διατίθενται σε πλατφόρμες τύπου Airbnb «σπρώχνουν» και τις υπόλοιπες κατοικίες.
Το φαινόμενο φυσικά δεν περιορίζεται στις συγκεκριμένες περιοχές, που αποτελούν πόλο έλξης, καθώς όσοι δεν βρίσκουν, πλέον, κατοικία εκεί, αναζητούν την τύχη τους σε άλλες γειτονιές, όπου λόγω υψηλής ζήτησης οι τιμές των ενοικίων και εκεί τραβάνε τον ανήφορο. Το αποτέλεσμα είναι ότι από το ξέσπασμα της κρίσης ως σήμερα, να έχουν υπερκαλυφθεί οι μειώσεις τιμών στα ενοίκια.
Ενοίκια: Που καταγράφηκε μείωση των τιμών
Τα στοιχεία του spitogatos επιβεβαιώνουν αυτήν την τάση και με το παραπάνω και είναι ενδεικτικό ότι στο σύνολο της χώρας καταγράφεται στο τρίτο τρίμηνο του 2019 μια αύξηση 8,90% στη μέση ζητούμενη τιμή! Οι μόνες περιοχές, όπου καταγράφεται μικρή ή μεγαλύτερη μείωση τιμών είναι η Ανατολική Αττική, η Αρκαδία, η Ζάκυνθος, η Καστοριά, το Κιλκίς, η Λέσβος, η Σάμος, το Ρέθυμνο, η Φθιώτιδα. Στον αντίποδα, η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται στα νησιά του Αργοσαρωνικού (38,90%), ενώ η υψηλότερη ζητούμενη τιμή καταγράφεται στη Χαλκιδική (30,83 ευρώ/τ.μ.).
Φεύγοντας από αυτές τις ακραίες τιμές, οι οποίες εντοπίζονται σε άκρως τουριστικές περιοχές, μπορεί να αντιληφθεί κανείς το πρόβλημα με τις υψηλές τιμές στις κατ’ εξοχήν οικιστικές περιοχές. Για παράδειγμα, στα Δυτικά Προάστια της Αττικής, η μέση ζητούμενη τιμή διαμορφώνεται στα 6,19 ευρώ/τ.μ. κι αυτό σημαίνει ότι αν μια τετραμελής οικογένεια ψαχτεί για κατοικία 100 τ.μ., θα βρεθεί αντιμέτωπη με ενοίκια άνω των 620 ευρώ. Είναι βιώσιμο αυτό; Προφανώς όχι.
Πώς διαμορφώνονται οι τιμές των ενοικίων στα σπίτια
Δείτε τις τιμές στον παρακάτω πίνακα:
Μέτρα για «ανάσα» στην οικοδομή
Το υπουργείο Οικονομικών έχει ήδη εξαγγείλει μέτρα για την τόνωση της οικοδομής, τα οποία υπό προϋποθέσεις μπορούν να τονώσουν την κτηματαγορά. Ωστόσο, τόσο η έκπτωση για δαπάνες αναβάθμισης όσο και το «πάγωμα» του ΦΠΑ- Φόρου Υπεραξίας, μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση για τους ιδιοκτήτες ακινήτων, σημερινών ή μελλοντικών, ενώ οι διευκολύνσεις στη ρύθμιση στεγαστικών δανείων α’ κατοικιών παρά το ότι ακόμα η ανταπόκριση είναι χλιαρή, στοχεύει σε αδύναμους, μεν, αλλά ιδιοκτήτες ακινήτων.
Από την άλλη πλευρά, το επίδομα στέγασης εστιάζει όντως στους ενοικιαστές κατοικιών αλλά τα εισοδηματικά κριτήρια είναι μάλλον χαμηλά κι αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι πρόκειται επί της ουσίας για κοινωνικό επίδομα και όχι για ελάφρυνση. Είναι ενδεικτικό ότι ένα ζευγάρι με 2 παιδιά, αν έχει συνολικό εισόδημα έστω λίγα ευρώ πάνω από τις 17.500 ευρώ, «κόβονται». Το σχετικό κονδύλι ξεπερνά τα 412 εκατ. Ευρώ και καλύπτει επί του παρόντος περίπου 286 χιλιάδες νοικοκυριά, αλλά με πολύ χαμηλό εισόδημα. Τα στοιχεία της ΗΔΙΚΑ δείχνουν ότι περίπου οι μισοί δικαιούχοι έχουν ή δηλώνουν εισόδημα κάτω από 7.000 ευρώ.
Πριν από την επέλαση των Μνημονίων, μεταξύ των φοροαπαλλαγών ήταν η έκπτωση δαπάνης για ενοίκιο κύριας και φοιτητικής κατοικίας. Εδώ και χρόνια δεν υφίσταται ούτε η μία ούτε η άλλη, ενώ συν τοις άλλοις λογίζονται ως τεκμήριο. Σκέψη επί του παρόντος για επαναφορά της σχετικής απαλλαγής δεν υπάρχει, τουλάχιστον καταγεγραμμένη, παρά το ότι θα ήταν και «εργαλείο» για τον εντοπισμό αδήλωτων εισοδημάτων από ενοίκια.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα Συνθηκών Διαβίωσης της ΕΛΣΤΑΤ, το 29,3% των νοικοκυριών αντιμετωπίζει δυσκολίες στο να πληρώσει το ενοίκιο του ή τη δόση του δανείου. Το πρόβλημα αυτό δεν εντοπίζεται μόνο στα φτωχά νοικοκυριά (48,2%), καθώς ανάλογη δυσκολία δηλώνει το 25% των μη φτωχών νοικοκυριών….
Πηγή: iefimerida.gr του Γιώργου Παππού