Κορυφαίος ποιητής, το «άστρο» της Νέας Αττικής Κωμωδίας, ο Μένανδρος ο Κηφισιεύς (342-292 π.Χ), διακρίθηκε για το μεγαλείο, την ευγένεια, τη διαύγεια και το υψηλό ήθος των ποιημάτων του.
Ο Μένανδρος υπήρξε δημοφιλέστατος και αγαπήθηκε τόσο πολύ, ώστε ο Πλούταρχος επισημαίνει, χαριτολογώντας, ότι πιο εύκολα θα γινόταν συμπόσιο χωρίς κρασί, παρά χωρίς τους στίχους και τη σάτιρα του Μένανδρου.
Αλλά και ο ποιητής αγάπησε την πόλη που γεννήθηκε, την Αθήνα, από την οποία δεν απομακρύνθηκε ποτέ. Ακόμα και όταν ο βασιλιάς της Αιγύπτου, ο Πτολεμαίος ο Σωτήρ, τον προσκάλεσε να επισκεφθεί το παλάτι του στην Αλεξάνδρεια, ο Μένανδρος προτίμησε να παραμείνει στην Αθήνα, μαζί με την αγαπημένη του, την όμορφη εταίρα Γλυκέρα, στην οποία μάλιστα είπε σχετικά: «δεν θα περνούσε ποτέ από τον νου μου να αφήσω την αγάπη σου και να πάω να ζήσω χωρίς εσένα, μόνος μου, ανάμεσα στους Αιγύπτιους, χωρίς τη δική σου συντροφιά».
Ο έρωτάς του για την όμορφη Γλυκέρα ήταν τόσο μεγάλος, ώστε εκείνη έλεγε : «Η Αθήνα δεν νοείται χωρίς τον Μένανδρο, ούτε ο Μένανδρος χωρίς τη Γλυκέρα!».
Ο Μένανδρος καταγόταν από εύπορη οικογένεια, γεγονός που τον βοήθησε να ασχοληθεί με την τέχνη του χωρίς βιοτικές μέριμνες.
Υπήρξε επιστήθιος φίλος με τον φιλόσοφο Επίκουρο, του οποίου ακολούθησε τις διδασκαλίες περί του «ζην ηδέως και ευδαιμόνως».
Σε ηλικία είκοσι ετών παρουσίασε την πρώτη κωμωδία του με τον τίτλο «Οργή» και στα χρόνια που ακολούθησαν αποκάλυψε το μεγάλο συγγραφικό του ταλέντο, προσφέροντας στο αθηναϊκό κοινό περισσότερες από εκατό κωμωδίες, μέσα από τις οποίες περιέγραφε με εξαιρετική ευφυΐα και χάρη την κοινωνική και οικογενειακή ζωή της εποχής του.
Η Αθήνα ύστερα από τον πολυετή και καταστρεπτικό Πελοποννησιακό πόλεμο, βρισκόταν σε μεγάλη πολιτική και κοινωνική παρακμή, την οποία καυτηρίαζε ο Μένανδρος μέσα από τα έργα του. Με τους στίχους του διακωμωδούσε διάφορους ανθρώπινους χαρακτήρες, (φιλάργυρους γέροντες, ακόλαστους νέους, πονηρούς δούλους), καθώς και τα πάθη και ελαττώματα στις οικογενειακές και ερωτικές σχέσεις.
Χαρακτηριστική στα έργα του Μένανδρου είναι η συχνή παράθεση γνωμικών και συμβουλών, που αποτελούν μεγάλες και αιώνιες αλήθειες σχετικά με τα προβλήματα και τις καταστάσεις της ανθρώπινης ζωής.
Ο ποιητής εκτιμούσε πολύ τον Ευριπίδη, τον οποίο θαύμαζε απεριόριστα και ακολούθησε τη δική του συνήθεια να φιλοσοφεί από σκηνής. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις, τα γνωμικά των δυο αυτών σπουδαίων ποιητών ταυτίζονται ως προς την ουσία του νοήματός τους.
Με θαυμαστό τρόπο ο Μένανδρος αναλύει σε βάθος τον ανθρώπινο χαρακτήρα, καταλήγοντας συνήθως σε περίφημα γνωμικά και αφορισμούς, πολύτιμα αποστάγματα μελέτης και σοφίας:
«Δις εξαμαρτείν ταυτόν, ουκ ανδρός σοφού»
(Ο σοφός άνδρας δεν επαναλαμβάνει το ίδιο σφάλμα)
«Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται»
(Όταν πέσει η δρυς, ο καθένας μπορεί να πάρει ξύλα)
«Φοβού το γήρας, ου γάρ έρχεται μόνον»
(Να φοβάσαι τα γεράματα, γιατί δεν έρχονται μόνα τους)
«Ως χαρίεν έστ’ άνθρωπος, όταν άνθρωπος ή»
(Είναι υπέροχος ο άνθρωπος, όταν είναι άνθρωπος)
«Φθείρουσιν ήθη χρησθ’ ομιλίαι κακαί»
(Οι κακές συναναστροφές διαφθείρουν τα χρηστά ήθη)
«Έρωτος ουδέν ισχύει πλέον»
(Τίποτα δεν είναι πιο δυνατό από τον έρωτα)
«Βακτηρία γάρ έστι παιδεία βίου»
(Στήριγμα της ζωής είναι η παιδεία)
«Αρχής τετευχώς ίσθι ταύτης άξιος»
(Αν τύχεις αξιώματος, να είσαι αντάξιός του)
Σχετικά με τις γυναίκες, ο ποιητής παρόλο που φημιζόταν για τις ερωτικές του περιπέτειες, υπήρξε στις κωμωδίες του ιδιαίτερα σκληρός και πικρόχολος, πιθανόν εξ αιτίας της απιστίας της αγαπημένης του Γλυκέρας, γεγονός που τον επηρέασε βαθιά και τον έκανε μισογύνη :
«Θάλασσα και πυρ και γυνή τρίτον κακόν»
(Η θάλασσα, η φωτιά και η γυναίκα είναι τα τρία κακά)
«Κακόν φυτόν πέφυκεν εν τω βίω γυνή, και κτώμεθ’ αυτάς ως αναγκαίον κακόν»
(Η γυναίκα είναι ένα κακό που φυτρώνει στη ζωή μας και την παντρευόμαστε σαν ένα αναγκαίο κακό)
«Ίσον λεαίνης και γυναικός ωμότης»
(Η σκληρότητα της γυναίκας και της λέαινας είναι όμοιες)
«Ως έστ’ άπιστος η γυναικεία φύσις»
(Είναι άπιστος ο χαρακτήρας της γυναίκας)
«Μεστόν κακών πέφυκεν φορτίον γυνή»
(Η γυναίκα είναι ένα φορτίον γεμάτο δεινά)
«Γυνή γάρ ουδέν οίδε πλήν ό βούλεται»
(Η γυναίκα δεν ξέρει τίποτα άλλο εκτός από εκείνο που θέλει)
Τα έργα του Μένανδρου μιμήθηκαν πολλοί Ρωμαίοι ποιητές, ιδίως δε ο Τερέντιος, ο οποίος μάλιστα χαρακτηρίστηκε σαν «μισός Μένανδρος».
Η ζωή του ποιητή τελείωσε ξαφνικά και απρόσμενα. Μια μέρα που είχε πάει για κολύμπι στον Πειραιά, πνίγηκε στη θάλασσα.
Οι Αθηναίοι, θέλοντας να τιμήσουν τον σπουδαίο κωμωδιογράφο, τοποθέτησαν ένα ορειχάλκινο άγαλμά του στο θέατρο του Διονύσου.
Ο Μένανδρος έγραψε τα έργα του με απλότητα, εκφραστική δεινότητα, πνεύμα και χάρη. Υπήρξε δε πραγματικά ανυπέρβλητος ως προς την παράθεση αφορισμών και αποφθεγμάτων σχετικά με όλες τις περιστάσεις της ανθρώπινης ζωής.
Η φήμη του ποιητή ήταν πολύ μεγάλη. Πολλοί καλλιεργημένοι Έλληνες και Ρωμαίοι επιθυμούσαν να έχουν στο σπίτι τους την προτομή του Μένανδρου, του ποιητή που ανάμεσα στα αναρίθμητα γνωμικά του είχε πει μια ακόμα μεγάλη αλήθεια :
«Ισχυρότερον δε ουδέν έστι του λόγου»
(Τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη δύναμη από τον λόγο).