….Κι αν ξοδέψει και ο Δήμος κάτι, δεν πειράζει: ας θεωρηθεί σαν έμπρακτη μετάνοιά του για τα αίσχη του Λαγανά του…
Το περασμένο καλοκαίρι απρόσμενα πολλοί Ζακυνθινοί θέλησαν με την παρουσία τους στο μικρό πλάτωμα όπου ήταν το σπίτι του Ούγκο Φόσκολο να τιμήσουν και τον μεγάλο ιταλό ποιητή, που είναι και δικός μας, Ζακυνθινός και συνεπώς Έλληνας αλλά και τον Διονύση Μουσμούτη, τον ακούραστο αυτόν ερευνητή, που πρόσθεσε στη φοσκολική γραμματεία ένα σημαντικό βιβλίο.
Ήταν να πάρω μέρος στην παρουσίαση του βιβλίου αυτού αλλά αιφνίδιο πρόβλημα υγείας με εμπόδισε να ταξιδέψω κι ας το ήθελα τόσο. Για το βιβλίο. Αλλά και για τον Φόσκολο (ή Φώσκολο;) Ιστορικά έχει μια σίγουρη σχέση με την οικογένεια Σωμερίτη διαμέσου της μητέρας του Σπάθη και έζησε εξάλλου μερικά χρόνια (το ανακάλυψα βλέποντας μια παλιά γκραβούρα) στην «casa Someriti», που φυσικά δεν υπάρχει πια. Έτσι ο παππούς μου, ο σημαντικός δικηγόρος και ιδρυτής της ζακυνθινής εφημερίδας «Ελπίς» Διονύσιος Σωμερίτης, ήταν μακρινός απόγονός του. Όμως ο πατέρας μου, ο Στράτης Σωμερίτης, σοσιαλιστής και δημοκράτης, αντιστασιακός, δημοσιογράφος και δικηγόρος, ήταν θετός γιος του. Έτσι, με τον ποιητή, δεν έχω έστω και πολύ μακρινή συγγένεια αίματος αλλά μόνο συγγένεια «φάρας».
Ο Φόσκολος, (γ.1778) έζησε μια πολυτάραχη ζωή σε πολυτάραχα ιστορικά χρόνια, όταν με τη Γαλλική Επανάσταση και κυρίως μετά, με τον Ναπολέοντα, άλλαξε πορεία η Ευρώπη και πέθανε (1827) πολύ νέος, ήταν δεν ήταν 50 ετών. Αλλά και τι δεν πρόλαβε σε αυτά τα πενήντα χρόνια. Το κυριότερο είναι φυσικά το ποιητικό και πεζογραφικό έργο του που μερικοί διστάζουν μεν να κατατάξουν σε μια σχολή ίσως γιατί δημιουργήθηκε σε χρόνια που όλα άλλαζαν αγγέλλοντας το μεγάλο ρομαντικό ρεύμα του 19ου αιώνα. Αλλά όλοι αναγνωρίζουν τον Φόσκoλο σαν ένα από τα πιο σημαντικούς ποιητές της ιταλικής γλώσσας.
Δύο άλλοι πολύ μεγάλοι ζακυνθινοί ποιητές, ο Κάλβος και ο Σολωμός, λίγα σχετικώς χρόνια νεότεροι του αλλά που συνδέθηκαν φιλικά μαζί του (το ποίημα του Σολωμού για τον θάνατο του Φόσκολου το αποδεικνύει ενώ ο Κάλβος διετέλεσε και γραμματέας του στην Ιταλία) είχαν και αυτοί διαλέξει πρώτα τα ιταλικά και μόνο μετά, με χίλιους κόπους, εκφράστηκαν ρωμαλέα στη γλώσσα μας.
Άλλη ήταν όμως η πορεία του Φόσκολου. Βέβαια ήταν διγενής και αυτό εξηγεί πολλά. Αλλά και η ζωή του ήταν διαφορετική. Είχε ενταχτεί όσο λίγοι στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι σαν στρατιωτικός μάλιστα, σε διάφορες χώρες και με διαφορετικές πολιτικές,: το ελληνικό πρόβλημα ήταν σαφώς μακριά πράγμα που δεν σημαίνει φυσικά, και το γνωρίζουμε, ότι τον άφηνε αδιάφορο.
Η αλήθεια είναι όμως ότι παρά όλες τις έρευνες που έχουν γίνει, παρά τις προσπάθειες τόσων εκλεκτών ιστορικών και φιλόλογων, είναι πολλά τα κενά σχετικά με τη ζωή του Φόσκολου. Γνωρίζουμε ορισμένους από τους έρωτες του, το πόσο φτωχός ήταν αν όχι πάντα τουλάχιστον συχνά και από τα συμφραζόμενα, καταλαβαίνουμε ότι όπως πολλοί Ευρωπαίοι της εποχής του, όταν τα σύνορα ήταν ακόμα κινητά και οι σημαίες εναλλασσόμενες σε συνδυασμό με τους ηγεμόνες και τις συμμαχίες τους (το παράδειγμα της Ιταλικής γεωπολιτικής πανσπερμίας ήταν ιδιαίτερα χαρακτηριστικό, όπως και το παράδειγμα των γερμανικών χώρων) ο Φόσκολος ήταν με σημερινά κριτήρια, που μπορεί αύριο να αλλάξουν, και παράτολμος τυχοδιώκτης.
Έτσι; Ίσως ! Γιατί σιγουριά με τον Φόσκολο δεν υπάρχει όπως δεν υπάρχει για παράδειγμα με τον Ρεμπό, τον υπέροχο αυτό ποιητή του 19ου αιώνα, που σηματοδότησε τη σύγχρονη ποίηση και που ό,τι είχε να πει το είπε πολύ νέος και σαν στενός φίλος του Μπωντλαίρ και μετά σίγησε και χάθηκε από το προσκήνιο αναζητώντας εμπορική τύχη στην Αφρική…
Αυτό σημαίνει ότι οι ερευνητές και οι φιλόλογοι έχουν μεγάλο και δύσκολο έργο μπροστά τους αξιολόγησης αλλά και ερμηνείας της φοσκολικής ποίησης που δύσκολα θαρρώ θα προχωρήσει χωρίς μια καλύτερη γνώση της ζωής του και των αισθημάτων του, ακόμα και των γεγονότων της παιδικής του ηλικίας που από τη Ζάκυνθο τον οδήγησαν στη Γένοβα !
Υπάρχει από μερικά χρόνια ένα σχέδιο επανοικοδόμησης του ταπεινού οικογενειακού σπιτιού του Φόσκολου στη χώρα. Παλεύουν γι’ αυτό άνθρωποι με όραμα και πείσμα όπως ο Νίκος Λαλώτης, ο αρχιτέκτονας Ζήβας και τόσοι άλλοι. Αυτή η εφημερίδα για παράδειγμα και ο Φίλιππος Συνετός. Ο Νικίας Λούντζης. Οι ζακυνθινοί διανοούμενοι όπως ο Διονύσης Σέρρας και ο Διονύσης Μουσμούτης…
Γιατί όμως αυτό το σπίτι; Γιατί ο ζακυνθινός Φόσκολος το αξίζει και μαζί του η πατρίδα της μάνας του, όπου γεννήθηκε. Και γιατί αυτό το σπίτι, το μικρό και ταπεινό, αν εμπλουτιστεί με κειμήλια και βιβλία μπορεί να γίνει όχι μόνο «αξιοθέατο» για ιταλούς τουρίστες αλλά και κέντρο φοσκολικών σπουδών, με την οργάνωση συνεδρίων και ημερίδων σε συνεργασία μα τους ιταλικούς λογοτεχνικούς και πολιτιστικούς φορείς.
Και το κόστος; Το αρχικό, για το σπίτι, δεν πρέπει να είναι μεγάλο και το σχετικό ποσό, παρά την κρίση, μπορεί να συγκεντρωθεί με τον οβολό του καθενός και την προσφορά, πολύ πιθανή, Τραπεζών και Ιδρυμάτων, ελληνικών και ιταλικών. Αρκεί να μην μπλέξει το σχέδιο στα γρανάζια κάποιας γραφειοκρατίας, έστω και «καλλικρατικής». Το άλλο το κόστος, της λειτουργίας του, θα μπορούσε να εξασφαλιστεί με ανάλογες προσφορές και διαδικασίες.
Κι αν ξοδέψει και ο Δήμος κάτι, δεν πειράζει: ας θεωρηθεί σαν έμπρακτη μετάνοιά του για τα αίσχη του Λαγανά του…