Η μετά από χρόνια, επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν στην Αθήνα σήμερα προκαλεί το ενδιαφέρον “εχθρών και φίλων” με τα ερωτηματικά να πληθαίνουν εάν η φραστική επίθεση φιλίας των τελευταίκων μηνών προς την Ελλάδα είναι προϊόν μιας αλλαγής πλεύσης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής ή μια προσωρινή αναδίπλωση εξαιτίας της διεθνούς απομόνωσης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα του.
Μετά από ένα μορατόριουμ οκτώ περίπου μηνών στις “ιαχές πολέμου” και τις παραβάσεις στο Αιγαίο, ο Τούρκος πρόεδρος προβάλλει ένα νέο πρόσωπο, κυρίως προς την Αθήνα, με στόχο έναν προφανή συμβιβασμό που χωρίς να ζημιώνει την Τουρκία αναμφίβολα περιέχει υποχωρήσεις σε βασικές παραμέτρους της εθνικής εξωτερικής πολιτικής για την Ελλάδα.
ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ
Λίγες ώρες πριν επΙβαστεί στο αεροπλάνο για την Αθήνα και μετά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου στην ‘Αγκυρα, ο Ρ.Τ. Ερντογάν δήλωσε: “Αύριο θα πάμε στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, στις 18 Δεκεμβρίου, θα πάμε στην Ουγγαρία. Θα ενισχύσουμε τη συνεργασία μας με τις χώρες της περιοχής, αρχής γενομένης με τους γείτονές μας, στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και των κοινών συμφερόντων. Κάθε απόσταση που διανύει η χώρα μας στις διμερείς της σχέσεις στον πολιτικό, διπλωματικό και οικονομικό τομέα μας φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στον Αιώνα της Τουρκίας”, αναφερόμενος στην συμπλήρωση εκατό ετών από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Στην Αθήνα ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνησης αναμένουν τον κ. Ερντογάν, έχονταΣ κατά νού ότι πρέπει να διατηρηθεί η αποφυγή προκλήσεων στο Αιγαίο και η καλή ατμόσφαιρα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Παρά ταύτα στα εθνικά θέματα, αν και γνωρίζουν το πλαίσιο του συμβιβασμού που θα προτείνει ο Τούρκος πρόεδρος, θα επιμείνουν να αντιμετωπιστεί πρώτα το θέμα της υφαλοκρηπίδας και των ΑΟΖ και μόνο εάν υπάρξουν θετικές εξελίξεις να συζητηθούν χειρονομίες καλής θέλησης σε άλλα ζητήματα που εγείρουν οι Τούρκοι.
Είναι προφανές πως η Ελληνική κυβέρνηση πιστεύει ότι μια καταρχήν συμφωνία της Ελλάδας με την Τουρκία θα έχει θετικές επιπτώσεις στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Όλα αυτά όμως συνιστούν την αισιόδοξη αντίληψη – πλευρά, για την πορεία του ελληνοτουρκικού διαλόγου.
Στον αντίποδα της υπάρχει η έντονη επιφυλακτικότητα η οποία θα εκφραστεί εάν τελικά οι τοποθετήσεις του Τούρκου Προέδρου κινηθούν στα γνωστά από το παρελθόν πλαίσια.
Φ.Σ.