Ζακυνθινοί συμμετείχαν με πλοία στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, πολέμησαν εθελοντές στο Βενετοτουρκικό πόλεμο το 1715, πολέμησαν με τα Ορλωφικά το 1769. Και όταν οι προσπάθειες αποτύχαιναν η Ζάκυνθος δεχόταν και περιέθαλπε τους κατατρεγμένους πρόσφυγες αδελφούς. Αθηναίοι, Μοραΐτες, Ηπειρώτες, Κρητικοί, Μανιάτες στη Ζάκυνθο εύρισκαν καταφύγιο.
Η προσφορά της Ζακύνθου στην προετοιμασία της επανάστασης ήταν σημαντική. Υπήρξε το καταφύγιο των καταδιωγμένων από τους Τούρκους αρματωλών και κλεφτών και αποτέλεσε το σχολείο στο οποίο εκπαιδεύτηκαν. Εκεί είχαν την ευκαιρία να καταταγούν στα ελληνικά στρατιωτικά σώματα, να γυμναστούν στις πολεμικές επιχειρήσεις, να γαλουχηθούν στις ιδέες της ελευθερίας , να μυηθούν αργότερα στη Φιλική εταιρεία. Εκεί συναντιούνται ο Κολοκοτρώνης, ο Νικηταράς, οι Πετιμεζαίοι και από εκεί φεύγουν για να αρχίσουν τον αγώνα.
Στη Ζάκυνθο η συνεχής επικοινωνία με την Πελοπόννησο, τη Στερεά και την Ήπειρο που από αιώνες αγωνίζονταν υπέρ της εθνικής ελευθερίας και η παρουσία των ελλήνων προσφύγων που εύρισκαν άσυλο εκεί διαμόρφωσαν από πολύ νωρίς τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη της εθνικής ιδέας. Τα κηρύγματα και τα τραγούδια του Ρήγα και οι θούριοι του Αντωνίου Μαρτελάου βρισκόταν στο στόμα του λαού.
“Μπρος παιδιά ας πολεμούμε/ο καιρός της δόξας ήλθε/.
Αν το γένος αγαπούμε /
στη φωτιά, μπρος, στη φωτιά”.
Γι’ αυτά τα τραγούδια παραπονιόταν το Γενάρη του 1797 στον Προβλεπτή, ο Αγάς της Γαστούνης. Οι ζακυνθινοί, του έγραφε, που πήγαιναν για δουλειές στην περιοχή του, έφερναν τη χώρα άνω κάτω και εσήκωναν το κεφάλι των ραγιάδωνε με κάποια τραγούδια.

Ο σπόρος του Μαρτελάου καρποφόρησε στις ψυχές των μαθητών του, του Φώσκολου, του Σολωμού, του Κάλβου, που ύμνησαν τα κατορθώματα των αγωνιστών, στις ψυχές του Γουζέλη, του Κεφαλληνού Ατζιτήρη και άλλων, που βγήκαν πρώτοι στον αγώνα και διακρίθηκαν στις μάχες στο Λάλα, στην Πάτρα, στο Ναυαρίνο. Μαθητές του οι ιερείς Νικ. Καντούνης και Νικ. Κοκκίνης, που διώχθηκαν από τους Άγγλους, μαθητές του και οι γιοί του Κολοκοτρώνη.
Και όταν έφθασαν στη Ζάκυνθο οι απόστολοι της Φιλικής Εταιρείας βρήκαν πρόσφορο το έδαφος για να βλαστήσει ο σπόρος της λευτεριάς. Μπροστά στην εικόνα του Χριστού στον Αγ. Γιώργη των Φιλικών ορκίζονται οι οπλαρχηγοί, Κολοκοτρώνης, Πλαπούτες, Νικηταράς, Φωτομάρας, από τον ηπειρώτη πρόσφυγα ιερέα Άνθιμο Αργυρόπουλο, γίνονται οι πυρήνες και οι πρωτεργάτες και η Φιλική Εταιρεία διαδίδεται στη Ζάκυνθο.
Άρχοντες, αστοί και απλοί άνθρωποι του λαού ανηφορίζουν μυστικά στο ΄Αγ. Γεώργιο και δίνουν με συγκίνηση τον όρκο του φιλικού. Μαρτελάος , Δημάδης, Καραβίας, Καλύβας, Δραγώνας, Έλληνας, Λεονταρίτης, Ασημακόπουλος, οι Μαρτινέγκοι, οι Ρώμα, οι Στεφάνου, και τόσοι άλλοι Ζακυνθινοί και Ζακυνθινομοραΐτες, των οποίων τα ονόματα αναγράφονται από τον Φιλήμονα, μυούνται, ορκίζονται και συνεισφέρουν για τους σκοπούς της εταιρείας.
Με εγκύκλιό του ο Πατριάρχης προτρέπει τους Επτανήσιους να συνεισφέρουν για την ίδρυση δήθεν κεντρικού σχολείου στην Πελοπόννησο. Για έκδοση αναγκαίων και ωφελίμων βιβλίων εις ανατροφήν των νέων προς καλλιτέρευση του γένους κάνει λόγο ο Θεοδ. Δημάδης στο Δ. Ρώμα. Υπέρ της ανοικοδομήσεως Ξενοδοχείου εις Αθήνας προς καταφυγή των οδοιπορούντων Ελλήνων, στέλνει στον Αρ. Παπά ο Ρώμας (1819) 300 χρυσά φλωρία, για την ίδρυση σχολείου στην Οδησσό προσφέρει 10 φλωρία ο Νικ. Επισκοπόπουλος, κρύβοντας και αυτός επιμελώς το σκοπό της εισφοράς του.

Και όσο οι διορισμένοι από τον Αρ. Παπά έφοροι της εταιρείας στη Ζάκυνθο, Δ. Ρώμας και Αναστ. Φλαμπουριάρης, εργάζονταν υπέρ των σκοπών της και αυτή διαδιδόταν τόσο αυξάνονταν οι υποψίες των αρχών για την ύπαρξη μυστικής εταιρείας και οι πιέσεις και οι καταδιώξεις. Στοχευμένες έρευνες στα σπίτια του Κολοκοτρώνη του ΄Ελληνα του Λεονταρίτη και άλλων δεν απέδωσαν. Ο Κολοκοτρώνης ειδοποιημένος έκρυψε τα μυστικά έγγραφα στη σέλα του αλόγου του, άλλοι τα κατάστρεψαν. Ο Ρώμας ισχυριζόμενος ότι πρόκειται για μυστικά έγγραφα της τεκτονικής στοάς ματαίωσε με εντολή του κατώτερου βαθμολογικά τέκτονα τοποτηρητή Ρος τη διαταγμένη στο σπίτι του έρευνα. Και ο Διον. Βαρβίας παραπλανούσε την αστυνομία βεβαιώνοντας ότι πρόκειται περί της Εταιρίας των Φιλομούσων Αθηνών, μέλος της οποίας ήταν και ο Γκύλφορδ.
Για την ασφάλεια της εταιρείας όμως και τη διαφύλαξη προσώπων χρήσιμων για την επανάσταση φεύγει ο Κολοκοτρώνης μυστικά για την Λακωνία και οι Ρώμας και Φλαμπουριάρης για τη Βενετία. Στη θέση τους εκλέγονται έφοροι οι Ιω. Στεφάνου, Ν.Καλύβας και Φραγ. Καρβελάς.
Και στη Βενετία ο Ρώμας «δουλεύων την πατρίδα και αγρυπνών δια τα εξωτερικά κινήματα», μεγάλη πρόσφερε υπηρεσία όταν εμποδίστηκαν οι απεσταλμένοι της Προσωρινής Κυβέρνησης της Ελλάδας να μεταβούν στο Συνέδριο της Βερόνας (Οκτώβριος 1821) και να υποβάλουν τις ικετήριες αναφορές. Κατόρθωσε να παραδώσει στο Συνέδριο τη γενική αναφορά προς του ηγεμόνας, και δια των γνωριμιών του να αποσταλή άλλη αναφορά προς τον Πάπα και άλλη προς τον αυτοκράτορα της Ρωσίας Αλέξανδρο επιτυγχάνοντας την ευμενή αντιμετώπιση της ελληνικής υποθέσεως. «Από της εποχής εκείνης, γράφει ο Φιλήμων, ήρξατο μεταβαλλομένη επί το ευμενέστερον η επί τοσούτον επίφοβος δια τον ελληνικόν αγώνα δυσμένεια της Αγγλίας».
Με την κήρυξη της επανάστασης εθνικός ενθουσιασμός κατέλαβε το νησί. Είναι γνωστή η διαδήλωση της 19-5-1821 που έγινε αυθόρμητα στο ψεύτικο άκουσμα της άλωσης της Πόλης, είναι γνωστές οι δεήσεις που γίνονταν στις εκκλησίες και οι δίσκοι που περιφέρονταν υπέρ των μαχομένων, οι τιμωρίες και εξορίες των ιερέων που δεν υπόγραψαν την απαγορευτική εγκύκλιο του Γαρζώνη. Είναι γνωστά και τα αιματηρά γεγονότα του Υψολίθου που κατέληξαν σε αγχόνες, δημεύσεις περιουσιών, επιβολή στρατιωτικού νόμου και αφοπλισμό.
Οι Ζακυνθινοί αψηφώντας την δήθεν ουδετερότητα την οποία κήρυξε η Αγγλοϊόνια διοίκηση από τους πρώτους έσπευσαν στο πλευρό των αγωνιστών. Νύχτα κρυφά ανά εκατοντάδες πολίτες και χωρικοί φεύγουν από τα παράλια της Ζακύνθου και με πλοιάρια περνούν απέναντι. Αρχηγοί οι Δημ. Γουζέλης, Γεώργιος Σολωμός, Δ. και Γ. αδελφοί Πεθαμένου, Δημ. Μερκάτης, Ιω. Πέττας, Διον. Πομόνης. Τους ακολουθούν οι Χαριάτης, Μονδίνος, Γεώργιος Πυρρής, Ανδρέας Κοκκίνης, Σπ. Σιγούρος και Αγιαποστολίτης, Διον. Ζέζας, Αντίοχος και Κολοζωνός, Τσίντος, Παπαμαραντζής, Κολάνος, Πάσσαρης, Μπέλεσης και άλλοι.
Άρχοντες και λαϊκοί μεταφέρονται κρυφά με τα πλοία των Έλληνα, Σεμπρικού, Δενδρολίβανου, Δημάκη, Κοντοσιγούρου, Σέρρα, Βεν- τούζη, Σύντρη και Λαζαρόπουλου και ενώνονται με τους αγωνιστές.
Ανακρινόμενος από την αστυνομία ο ναύτης Κ. Παπαδάτος ομολογεί ότι είδε στη θέση Νταβία πάνω από 300 Ζακυνθινούς χωρικούς τελείως οπλισμένους να περιμένουν τα πλοία με τα οποία θα αναχωρούσαν κρυφά στην Πελοπόννησο. Και ο Ν. Θεοδωρίτσης ότι το Μάιο του 1821 έφυγε κρυφά και πήγε στο στρατόπεδο του Κολοκοτρώνη στην Τρίπολη όπου βρίσκονταν και άλλοι πάνω από 40 ζακυνθινοί. Καταδικάζονται σε εξορία και δήμευση περιουσιών την 1 Νοεμβρίου του 1821 αυτοί και οι Αν. Αβούρης, Π. Κρεζίας, Π. Παπαγεωργόπουλος, Παν. και Κων. Κλαυδιανός, Π. Τεμπονέρας, Π. Τορτορέλης, Π. Λούγαρης, και ο ιερέας Π. Κορφιάτης. Εξορίζονται και οι Π. Στρούζας , Δημ. Μερκάτης , Δημ Γουζέλης, Σεμπρικός, Μπουκής, ο ιερέας Διον Άννινος και άλλοι πολλοί των οποίων τα ονόματα έμειναν άγνωστα.
«Εις μάτην, γράφει ο Σπ. Τρικούπης, ο Μαίτλανδ εδήμευε υπάρχοντα και κατεδίκαζε εις αειφυγίαν. Οι Κεφαλλήνες και οι Ζακύνθιοι και τας προκηρύξεις του εποδοπάτουν και τας ποινάς του ολιγώρουν και τας απειλάς του εχλεύαζον και τον ελληνικόν αγώνα υποστήριζον δια παντός τρόπου και δι’ αυτών των επ’ εκκλησίας πανδήμων δεήσεων υπό τον βροντώδη ήχον των κωδώνων εις επήκοον της δυσμενούς αρχής».

Τα ζακυνθινά εθελοντικά σώματα του Πέτα, του Πομόνη, του Γουζέλη του Μερκάτη διαπρέπουν στις πρώτες μάχες στο Μοριά. Στο Λάλα, στη Πάτρα, στην Τρίπολη, στο Ναύπλιο, στο Νεόκαστρο, στο Ναυαρίνο, στην Αθήνα , στο Μεσολόγγι. Στη θάλασσα περιπολούν και ενισχύουν και τροφοδοτούν τους πολιορκούμενους στην Πάτρα ο Σεμπρικός, στη Μεθώνη, Κορώνη, Νεόκαστρο ο Δενδρολίβανος και ειδοποιούν για τις κινήσεις του εχθρικού στόλου.
Ζακυνθινοί, πολεμούν με τον Ιερό Λόχο στο Γαλάζιο, στο Δραγατσάνι, στο Σκουλένι, όπου διακρίνονται οι αδελφοί Νικόλαος και Θεόδωρος Καλαμάς. Με θαυμασμό ο Πουκεβίλ αναφέρει το θάνατο του Δαλόστρου στο Βαλτέτσι. «Εις μιαν των επιθέσεων των Τούρκων, γράφει, ο Σπ. Δαλόστρος, Ζακύνθιος, επλήγη από μιαν σφαίραν εις το στήθος. Αμέσως φράττει την πληγήν μ’ ένα κουρέλι από το υποκάμισόν του και εξακολουθεί να μάχεται μέχρις ότου πνιγόμενος άφησε να τρέξη το αίμα του με το οποίο έγραψε επιστολήν προς την μητέρα του δια να την συγχαρεί διότι έχασε τον υιόν της αποθνήσκοντα υπέρ της πατρίδος».
Στην πολιορκία των Πατρών ο Κάνδηλας αιχμαλωτίζεται και θανατώνεται με σούβλισμα. Ο Ρουμελιώτης λαβαίνει μέρος στην πολιορκία του Μεσολογγίου, αποκλείεται στο Βασιλάδι και προτιμά να καεί ζωντανός παρά να παραδοθεί.
Τον Διον. Προβέντσα αποθανατίζει η εφ. Φίλος του Νόμου, που έβγαινε στην Ύδρα κατά την επανάσταση [15-6-1825] και η λαϊκή μούσα ψάλλει το κατόρθωμά του στο Λιμποβίσι «Πέντε παιδιά εσήκωσε στη γη απορριμμένα/ αφ’ τα χέρια της μάννας τους στον Τούρκο αφημένα/, εις την κοιλιά του τάζωσε, δένοντας με ζωνάρι/ και με τους Τούρκους πάλευε Προβέντζας σαν λιοντάρι. […]».
Ο Γ. Σολωμός και ο ιερέας Καρυδάκης ή Πεσιλίκης αιχμαλωτίζονται στο Χλουμούτσι από τον Ιμπραήμ και πεθαίνουν στα μπουντρούμια της Αιγύπτου.
Δεν ήταν μικρή και η οικονομική προσφορά της Ζακύνθου στον αγώνα. Στη συνεισφορά των Ζακυνθινών οφείλεται η επανάσταση στην Αιτωλοακαρνανία. Με γενναίες συνεισφορές εξασφαλίστηκαν τα χρήματα που ζητούσαν οι οπλαρχηγοί για να ξεκινήσουν την επανάσταση στο Μεσολόγγι, στο Βάλτο στην Ακαρνανία.
Από την Επιτροπή Ζακύνθου, που από το 1824 την αποτελούν οι Δ. Ρώμας Π. Στεφάνου και Κ. Δραγώνας, συγκεντρώνονται χρήματα και κάθε είδους εφόδια και στέλνονται κρυφά στους αγωνιζόμενους που διαρκώς ζητούν ενισχύσεις.
«Ζωοτροφίας ζωοτροφίας προφθάσατέ μας σας παρακαλούμε και σας υπόσχομαι ν’ ακούσετε θαύματα» γράφει ο Κολοκοτρώνης καθώς η έλλειψη τροφίμων δυσκολεύει την πολιορκία της Τριπόλεως. Για την αποστολή 2000 βατσελίων σίκαλης και για 600 βατσέλια στάρι ευχαριστεί η εφορία της Σπάρτης.
«117 σάκοι αλεύρου, 300 βατσέλια στάρι βενέτικο, 10 βαρέλια σαρδέλαις 20 ρέζμα χαρτί δια φυσέκια, χαρτί για φυσέκια κανονιού» στέλνονται στο Ναυαρίνο και «σιταροπαξιμάδι για βοήθεια των πολεμούντων» προς τον Κολοκοτρώνη και Νικηταρά στο Ναύπλιο.
Στις προμήθειες που στέλνονταν από τη Ζάκυνθο όφειλε την άμυνά του το πολιορκημένο Μεσολόγγι. «Πολεμοφόδια αξίνες πτυάρια και άλλα εργαλεία για τα έργα της οχυρώσεως, υφάσματα και φάρμακα, τρόφιμα και χρήματα για τη μισθοδοσία των στρατιωτών» ζητά ο απεσταλμένος στη Ζάκυνθο από το Μεσολόγγι Μάγερ, ο εκδότης των Ελληνικών Χρονικών.
Και έβλεπες, γράφει ο Χιώτης, τις γυναίκες να προσφέρουν και αυτά τα σεντόνια τους και τα πουκάμισά τους για να κατασκευάσουν εξαντούς να δέσουν τα τραύματά τους οι πληγωμένοι. Οι έμποροι της πλατείας ρούγας πρόσφεραν υφάσματα, τα παιδιά γυρνούσαν στους δρόμους με καλάθια φωνάζοντας και γυρεύοντας «ποίος έχει σφαίρες για το Μεσολόγγι!», ακόμα και τα μολυβένια πιάτα τους πρόσφεραν οι Ζακυνθινοί για να γίνουν σφαίρες.
«Ταύτην την στιγμήν αδελφοί έχομεν παντελή έλλειψη όχι μόνο από γρόσια αλλά και από τροφαίς και από μπάλαις και από μολύβι. Σεις είσθε εκείνοι οι οποίοι φιλογενώς εβοηθήσατε την Δυτικήν Ελλάδα όσαις φοραίς την ηκούσατε εις κίνδυνον» έγραφε η Προσωρινή επιτροπή της Δυτικής Ελλάδος και ζητούσε βοήθεια .
Και έφευγαν νύχτα τα πλοιάρια από το Τσιλιβή για το Μεσολόγγι φορτωμένα με πολεμοφόδια μέσα σε κοφίνια, κρυμμένα κάτω από λαχανικά. Ο Ρώμας, μαρτυρεί ο Χιώτης, για «μιαν ανάγκην της εν Αιτωλία αναστάσεως» έδωκε 30.000 τάλληρα, ολόκληρο το εισόδημα του από την πώληση της σταφίδας.
Και ο Μιαούλης ευχαριστούσε το Δραγώνα και την επιτροπή Ζακύνθου «Η νέα και γενναία συνδρομή σας εις βοήθειαν του Μεσολογγίου μας εχαροποίησε όχι ολίγον ότι μάλιστα γίνεται εις τόσον κρίσιμον περίστασιν ώστε δικαίως σας ονομάζω πρώτους ενεργούς της σωτηρίας του προπυργίου μας τούτου».
Τα τρία πρώτα χρόνια της επανάστασης, γράφει ο ιστορικός Γεβρίνος, η Ζάκυνθος έδωσε βοηθήματα πλέον των 2.000.000 σε χρήμα και προμήθειες, πρόσφεραν τα πλοία τους και πάνω από 3000 θύματα.
Πολύπλευρη ήταν η δράση της επιτροπής Ζακύνθου. Προστάτευε τα γυναικόπαιδα που πρόσφευγαν στη Ζάκυνθο και τους πληγωμένους πολεμιστές. Βοηθούσε τις οικογένειες των οπλαρχηγών, συνεργούσε για την απελευθέρωση των αιχμαλώτων, συμβούλευε και προσπαθούσε να συμβιβάσει τις εμφύλιες έχθρες. «Αχ αδελφέ! , γράφει στον Κολοκοτρώνη ο Ρώμας, Πόσα έπραξα, πόσα εσυμβούλευσα, πόσα ακαταπαύστως εβοήθησα, αλλά όλα ματαίως! […] Αλησμονήστε κάθε άλλον στοχασμόν και κάθε άλλην φιλίαν […] επειδή και πρόκειται λόγος περί της σωτηρίας του γένους».

Χάρις στην τεκτονική ιδιότητα των Ρώμα και Δραγώνα διενεργείτο κατασκοπεία υπέρ των Ελλήνων στο στρατόπεδο του Ιμπραήμ από τέκτονες ξένους αξιωματικούς του. Τα μηνύματα του ιταλού μηχανικού Ι. Ρωμαίη και του επίσης ιταλού αξιωματικού Ιωσήφ Σκάρπα μεταφέρονταν από τους πλοιάρχους Κοντο- σιγούρο και Σέρρα στο Δραγώνα και από αυτόν ειδοποιούνταν οι έλληνες αρχηγοί για τις κινήσεις και τις δυνάμεις του εχθρού.
Ακόμα μεγαλύτερης σημασίας ήταν η διπλωματική ενίσχυση του αγώνα.
Η Επιτροπή Ζακύνθου ουσιαστικά ήταν το υπουργείο των εξωτερικών της επαναστατημένης Ελλάδας. Οι συνεννοήσεις με τους φιλέλληνες της Ευρώπης γίνονταν μέσω αυτής. Στο Διον. Ρώμα οφείλεται η αίτηση των Ελλήνων πολιτικών, εκκλησιαστικών και στρατιωτικών αρχηγών προς την Αγγλική Κυβέρνηση (1825), που έθετε τον αγώνα υπό την προστασία της Αγγλίας. Η αίτηση απορρίφθηκε αλλά η παραλαβή της από τον Κάνιγκ και η απάντηση σ’ αυτήν σήμανε την αναγνώριση των επαναστατών Ελλήνων ως «εμπολέμων» και ίσων για πρώτη φορά με την οθωμανική αυτοκρατορία.
Για τις υπηρεσίες του, τη φρόνηση και τον πατριωτισμό του, ο Διον. Ρώμας προτάθηκε επισήμως για κυβερνήτης της Ελλάδας αλλά αρνήθηκε υπερψηφίζοντας την εκλογή Καποδίστρια.
Η αναγνώριση της εθνικής δράσης της επιτροπής Ζακύνθου έγινε πανηγυρικά από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας το Μάη του 1827. Εκεί μαζί με την εκλογή του Καποδίστρια με ξεχωριστά ψηφίσματα κήρυξε τους Ρώμα, Δραγώνα και Στεφάνου μεγάλους πολίτες και ευεργέτες της Ελλάδος.

Η αναγνώριση όμως της προσφοράς των Ζακυνθινών και ο μεγαλύτερος έπαινός τους γράφτηκε στα Ελληνικά Χρονικά , στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, λίγο πριν από την πτώση του.
«Εις εσάς, ω Ζακύνθιοι, τους αληθείς και ειλικρινείς φίλους της ελευθερίας, η Ελλάς ευγνωμονούσα αποδίδει μυρίας χάριτας και τα ονόματά σας με γράμματα ανεξάλειπτα είναι εγχαραγμένα εις τας καρδίας των τέκνων μας , τα οποία όταν ηλικιωθούν πανταχού θέλουν σας προσφέρει τας χείρας των και θέλουν σας χαιρετά κράζοντάς σας αδελφούς και ευεργέτας».
Γεωργία Κόκλα Παπαδάτου.
Φιλόλογος – Ιστορικός, τ. Δ/ντρια Δημόσιας Βιβλιοθήκης και Ιστορικών Αρχείων