Η περιοχή, βρίσκεται μεταξύ των χωριών Μαχαιράδο και Κοιλιωμένος (Άγιος Νικόλαος), γύρω από το δημόσιο δρόμο που τα ενώνει, στον οποίο μάλιστα μια στροφή ονομάζεται: «Η στροφή του Κανταλούπο ή Κανταλούπου». Που οφείλει όμως το παράξενο αυτό «ξενικό» όνομα η περιοχή; Ποιος ήταν αυτός ο Κανταλούπος, και γιατί την ονοματοδότησε; Η απάντηση βρίσκεται στα χρόνια της ιταλικής κατοχής!
Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ
Στη Ζάκυνθο η κατοχή από τα ιταλικά φασιστικά στρατεύματα άρχισε τη 1η Μαΐου του 1941 έως τη 11η Σεπτεμβρίου 1943, οπότε τη διαδέχτηκε η γερμανική κατοχή. Κατά τη διάρκεια της έγινε οργανωμένη προσπάθεια αποκοπής του νησιού, όπως και των άλλων Επτανήσων, από τη υπόλοιπη χώρα, αλλοίωσης της εθνικής ταυτότητας των κατοίκων, προσάρτησης στη «κοσμοκρατορίαν της Ρώμης» με τη «ιταλοποίηση» των νησιών. Για την επίτευξη αυτού του στόχου εγκαταστάθηκε ιταλικός διοικητικός μηχανισμός, το γνωστό Γραφείο Πολιτικών Υποθέσεων (Affari Civili) υπό το μισέλληνα φασίστα Λουίζι Ζανόνι (Luigi Gianoni), καθηγούμενο από το φασιστικό κόμμα. Ο μηχανισμός αυτός ήταν αυτόνομος από τη στρατιωτική διοίκηση, αναφερόταν στον αρχηγό του Γραφείου Πολιτικών Υποθέσεων, υψηλόβαθμο στέλεχος του φασιστικού κόμματος, Πιέρο Παρίνι (Piero Parini) στη Κέρκυρα. Είχε υπό τον έλεγχό του τη Βασιλική Καρμπινιερία (Reali Carabinieria) [Αστυνομικό σώμα], και τη θλιβερά γνωστή Φινάντσα [Guardia di Finanza] [Οικονομικό αστυνομικό σώμα που εκτελούσε και καθήκοντα τελωνείου], δυο σώματα που βασάνισαν και καταλήστευσαν το Ζακυνθινό λαό.
H δραστηριότητα του Γραφείου Πολιτικών Υποθέσεων, το οποίο στεγάστηκε στο «μέγαρο Ρώμα» πρώην νομαρχία Ζακύνθου, επεκτάθηκε στον τομέα της εκπαίδευσης, εγκαθιστώντας σχολικό επόπτη το Γουίντο Φάμπρις (Guinto Fabris), του τύπου εκδίδοντας τη εφημερίδα “Littorio”, και της οικονομίας εγκαθιστώντας τη ληστρική εταιρεία Anonima Commersio Ioniko (A.C.I.) και τον ιταλικό Γεωργικό Συνεταιρισμό (Consilio Agrario).Κορυφαία ασφαλώς πράξη για τον έλεγχο, τη ολοκληρωτική εξάρτηση των νησιών από την Ιταλία και τον αφελληνισμό τους, υπήρξε η κυκλοφορία του χαρτονομίσματος της Ιονικής Δραχμής.
Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΑΡΑΜΠΙΝΙΕΡΙΑ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ
Η Βασιλική Καραμπινιερία (Reali Carabinieria) και τα πρώτα τμήματα της Φινάτσα (Guardia di Finanza) έφτασαν τη Ζάκυνθο το πρώτο δεκαήμερο του Ιουνίου 1941. Η δύναμη της Καραμπινιερία που στάλθηκε στα Ιόνια νησιά ανήκε στο 7ο τάγμα του 2ου σώματος. Η διεύθυνση της στεγάστηκε στο μέγαρο Αμπελοράβδη στη πλατεία των Αγ. Σαράντα και ανέλαβε τα καθήκοντα της αστυνόμευσης, περιορίζοντας τη Ελληνική Χωροφυλακή σε βοηθητικό, δευτερεύοντα ρόλο, ενώ έλεγξε πλήρως την Αγροφυλακή. Η Ελληνική Χωροφυλακή παρέμεινε σε αυτό το ρόλο για ένα ακόμη χρόνο, έως τη οριστική κατάργηση της το καλοκαίρι του 1942. Για τη κατάργηση, της ο Π. Παρίνι απευθυνόμενος στους Επιτρόπους [πολιτικούς αρχηγούς] της Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Λευκάδας στις 18 Μαΐου 1942 θα αιτιολογήσει: «ο λόγος (της διάλυσης της ελληνικής Χωροφυλακής) είναι να εξαλειφθεί από τα νησιά η παρουσία στοιχείων αναπόφευκτα πιστών στο ελληνικό κράτος, τα οποία επιτηρούν τους πολίτες που διατηρούν εγκάρδιες σχέσεις μαζί μας και επομένως στην πραγματικότητα ασκούν εκβιασμό».
Με αυτή τη απόφαση καταργείται, και εκδιώκεται από το νησί ο διοικητής της Χωροφυλακής Παναγιώτης Κουμάνταρος και όλοι σχεδόν οι χωροφύλακες ως «ξένοι υπήκοοι», οι οποίοι δεν ήταν στο σύνολο τους ζακυνθινοί, λόγο του εμποδίου της εντοπιότητας. Πέρα των αστυνομικών της καθηκόντων, συνεργάζεται με τις δυνάμεις της Φινάντσα (Finanza) για τη συγκέντρωση της ντόπιας παραγωγής και τον έλεγχο των λιμανιών. Στις δράσεις της ήταν η παρακολούθηση αντιστασιακών κινήσεων και οργανώσεων, η σύλληψη «επικίνδυνων αντεθνικών στοιχείων», όπως των κομμουνιστών, η δημιουργία δικτύων καταδοτών για το εντοπισμό κρυμμένων αγροτικών προϊόντων και η καταλήστευσή των αγροτών σε συνεργασία με τη Φινάντσα.
Μεταχειρίζεται τα θύματα της με μεγάλη σκληρότητα, χρησιμοποιώντας ξυλοδαρμούς, βασανι- σμούς και αναίτιες πολυήμερες φυλακίσεις. H δραστηριότητά της θα τροφοδοτήσει το ιταλικό στρατοδικείο της Κέρκυρας με 10.000 καταγγελίες, με τις οποίες θα καταδικαστούν 3.500 Επτανήσιοι σε πρόστιμα, εξορίες, εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και φυλακές! Σταδιακά με τη επέκταση του δικτύου των καταδοτών και συνεργατών, της διαφθοράς των συνειδήσεων, αλλά και της ιταλικής διοικητικής χαλάρωσης στο δρόμο προς τη κατάρρευση του φασιστικού καθεστώτος, τα αστυνομικά καθήκοντα δεν ήταν σε προτεραιότητα, αλλά προτάθηκε η οργανωμένη ληστεία, και ο μαυραγορατισμός.
Για το έλεγχο της Ζακυνθινής υπαίθρου, λειτούργησαν σταθμοί καραμπινιέρων στα χωριά Καταστάρι, Μαχαιράδο, Μπανάτο, Γερακαρία, Παντοκράτορα, Βολίμα, και στο Κοιλιωμένο (που μάλλον δεν λειτούργησε ποτέ). Από τους πλέον δραστήριους σταθμούς υπήρξε ο σταθμός του Μαχαιράδου, στη δικαιοδοσία του οποίου ήταν η ευρύτερη περιοχή, τα χωριά της «Ρίζας», όπως και κάποια από τα ορεινά χωριά. Στο σταθμό υπηρετούν και Έλληνες αστυνομικοί με επικεφαλής το αστυνόμο Γεώργιο Γεωργακόπουλο, αλλά διοικείται από το Ιταλό διοικητή Κάρμινε Κανταλούπο (Carmine Kadalupo).
Ο Διον. Στραβόλεμος στο βιβλίο του «Η ΖΑΚΥΝΘΟΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ» αναφέρει λεπτομερώς τη απίστευτη περιπέτεια ενός εμπόρου της πόλης, ο οποίος αγόρασε μια σφαγμένη κότα (η σφαγή ζώων ήταν απαγορευμένη από τις Ιταλικές αρχές) από χωρικό της περιοχής ευθύνης του σταθμού! Το διοικητή Κ. Κανταλούπο πλαισιώνει στις ενέργειές του η Α. Σκ. ως διερμηνέας και ο αδελφός της Σκ. ο ονομαζόμενος, λόγο του ζήλου που επέδειξε στη συνεργασία με το ιταλό διοικητή, «Μουσολίνι»! Γεγονός που του στοίχισε αργότερα τη ζωή. Εκτελέστηκε από τον ΕΛΑΣ ένα χρόνο μετά τον αστυνόμο που υπηρέτησε.
Ο ΚΟΙΛΙΩΜΕΝΟΣ
Το ορεινό χωριό Κοιλωμένος, γνωστό και ως Άγιος Νικόλαος, ήταν στη περιοχή ευθύνης του σταθμού καραμπινιέρων του Μαχαιράδου. Το χωριό εκείνη τη εποχή, είναι από τα σημαντικότερα της Ζακύνθου. Κατοικείται από σκληραγωγημένους γεωργούς και κτηνοτρόφους, αλλά και μαστόρους της πέτρας, κτίστες και πελεκάνους. Το φτωχό ορεινό του έδαφος παράγει το περίφημο μαύρο στάρι της ορεινής Ζακύνθου, λάδι, κρασί κ.α. σε μικρές ποσότητες, αλλά κυρίως παράγει κτηνοτροφικά προϊόντα, αφού τρέφει 55 κοπάδια με γιδοπρόβατα!
Η θέση του χωριού στο νότιο ορεινό όγκο του βουνού Βραχιώνας μακριά από τη διοίκηση, η ένδεια του τόπου και οι σκληρός αγώνας για τη επιβίωση στη προκατοχική περίοδο έχουν διαμορφώσει ένα σκληροτράχηλο πληθυσμό, επιρρεπή στη παραβατικότητα και τη εγκληματικότητα. Συνήθως λύνει τις διαφορές του μόνος του, με τη βία. Συχνά το λόγο έχουν τα όπλα, που βρίσκονται σε κάθε σπίτι, στη χρήση μανιωδών κυνηγών. Μάστιγα για το χωριό αποτελεί η ζωοκλοπή, ενώ σπαράσσεται και από τη βεντέτα δυο τουλάχιστον μεγάλων οικογενειών. Για τη αποφυγή των συνεπειών της παραβατικότητας ακολουθείται ο γνωστός από το προηγούμενο αιώνα δρόμος. Σχέσεις, «κουμπαριές» με τη πολιτική – διοικητική εξουσία και ως έσχατο μέσο σωτηρίας η φυγοδικία. Σε αυτό βρήκε πρόσφορο έδαφος να διεισδύσει ο ιταλικός φασισμός με εκτελεστικό βραχίονα το σταθμό του Μαχαιράδου, αλλά και από αυτό το χωριό θα στρατολογήσει η αντίσταση ευάριθμη ανταρτομάδα.
Αρχικά θα διοριστεί νέος πρόεδρος στο χωριό ο κουμπάρος του γνωστού δοσίλογου και συνεργάτη των ιταλών Φραγκίσκου (Κέκου) Μερκάτη Γ.Β. και θα ωθηθεί ο ιερέας του χωριού Μ.Κ. να αρθρογραφεί στο «Il Littorio» γράφοντας «ελεεινά προπαγανδιστικά άρθρα» εξυμνώντας τους Ιταλούς, γεγονός που θα τον οδηγήσει μετά την απελευθέρωση στο δικαστήριο δοσιλόγων. Με τον καιρό ο σταθμός Μαχαιράδου θα καταστεί κέντρο βίας, διαφθοράς συνειδήσεων, κατάδοσης και προδοσίας, λεηλασιών και μαυραγορατισμού.
Ο μετέπειτα συνεργάτης της Συμμαχικής Στρατιωτικής Αποστολής Αντώνης Μαρούδας ή Παχούμης, ζώντας στο χωριό Κοιλιωμένος, ήρθε σε άμεση επαφή με το αστυνόμο Κανταλούπο και τους συνεργάτες του. Στο βιβλίο του «ΟΙ ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΛΙΩΜΕΝΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ 1941-1944» αναφέρει: «στις 5 του Μάη ήρθαν στο χωριό Κοιλιωμένο πέντε Καραμπινιέρηδες από το Μαχαιράδο. Ο ένας από απαυτούς ονόματι Ροζάριο ήξερε τα ελληνικά. ………. Μου είπε ακόμα πως είχε πληροφορίες ότι το χωριό μας είχε μεγάλη κτηνοτροφία και πως γι΄ αυτό χρειάζονται ένα από το χωριό να ειδοποιεί τους συγχωριανούς μας να τους προμηθεύουν με κάποια σειρά κάθε Παρασκευή γίδια, που θα τα πληρώνανε. Δεν πλήρωσαν ποτέ». Και χαρακτηριστικό για το ρόλο του Κ. Κανταλούπο το παρακάτω απόσπασμα, από τον ίδιο: «Τον Αύγουστο του 1942 και ενώ βρισκόμουν στη Χώρα έμαθα από τη ΕΠΟΝ, πως ο Ιταλός Αστυνόμος Κανταλούπο έφυγε για τη Ιταλία [προφανώς του χορηγήθηκε άδεια]. Εγώ αυτόν φοβόμουνα, γιατί είχε μεγάλες φιλίες με τους καταδότες του χωριού μου».
Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΤΑΛΟΥΠΟ
Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1943, άρχισε η σύμπτυξη των ιταλικών δυνάμεων από τη ζακυνθινή ύπαιθρο, η συγκέντρωση τους στη πόλη και η διάλυση των σταθμών καραμπινιερίας. Πριν τη αναχώρηση του ο Κανταλούπο πήγε μια νύχτα στον Κοιλωμένο. Φαίνεται ότι θέλησε να κλείσει τους λογαριασμούς του ή να ξεπληρώσει τις οφειλές του! Κατά τον Αντ. Μαρούδα να «αποχαιρετίσει» προσφιλή του πρόσωπα και συνεργάτες, κατά τον Ιωάννη Μάργαρη πήγε στο χωριό Κοιλιωμένος: «μ’ ένα στρατιωτικό αυτοκίνητο, συνοδευόμενος από 3-4 καραμπινιέρους, για να λαφυραγωγήσουν και να πάρουν αιγοπρόβατα».
Κατά τη επιστροφή του δέχτηκε πυροβολισμούς στη στροφή που σήμερα ονομάζεται «Κανταλούπου» και άφησε τη τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Ζακύνθου. Είναι ο μόνος Ιταλός αξιωματούχος που εκτελέστηκε στο νησί. Και αυτό παρά το κλίμα συμπάθειας που αναπτύχτηκε στο νησί προς τους Ιταλούς κατακτητές τις ημέρες της κατάρρευσης και της αιχμαλωσίας τους, από τους πρώην σύμμαχους τους Γερμανούς!
Ποιός-οι όμως εκτέλεσαν αυτή τη πράξη; Ποιος οργάνωσε και κατεύθυνε την επιχείρηση; Για το γεγονός έχω εντοπίσει τρεις αναφορές, των Διον. Στραβόλεμου, Αντ. Μαρούδα-Παχούμη και Ιωαν. Μάργαρη, κατατεθειμένες στα αντίστοιχα βιβλία τους.
Ο συνήθως καλά πληροφορημένος, αλλά όχι πάντα ακριβής, διαυγής και αξιόπιστος, Διον. Στραβόλεμος γράφει ότι ο Κανταλούπο ανέβαλλε την αναχώρηση του από το νησί, μετά τη διάλυση της καραμπινιερίας κατά μια ημέρα, και «δι΄ αυτοκινήτου (μια ομάς) μεταβαίνει νύκτα στο χωρίον Κοιλιωμένον. Κτυπούν τα σπίτια και μπαίνουν για να διασκεδάσουν. Θέλουν να προσβάλουν και να γλεντήσουν εις βάρος της τιμής των χωρικών». Αναχωρούν αφού αρπάζουν και μερικά αρνιά. Οι χωρικοί, πάντα κατά τον Στραβόλεμο, αντιδρούν, και σε κάποιο σημείο του δρόμου εξαπολύουν «φραγμό πυρός» εναντίον του αυτοκινήτου. Και συνεχίζει: «Οι καραμπινιέροι αμύνονται δι΄ αυτομάτων όπλων και χειροβομβίδων. Γίνεται μάχη κατ΄ αυτήν φονεύεται ο Κανταλούπο και δυο ακόμη καραμπινιέροι. Οι άλλοι τραυματισμένοι φθάνουν εις την πόλιν. Οι ιταλοί βαρέως φέρουν την επίθεσιν αυτήν. Αδυνατούν όμως να πράξουν το παραμικρόν. Φοβούνται τον λαόν και περιορίζονται σε μια επίσημη κηδεία των φονευθέντων».
Η περιγραφή των γεγονότων όπως τη παρουσιάζει ο Στραβόλεμος νομίζω ότι δεν αντέχει σε κανένα λογικό ή ιστορικό έλεγχο. Δεν είναι δυνατόν να γίνει δεκτή η εκδοχή ότι «οι χωρικοί» έδωσαν μάχη με οπλισμένο τμήμα καραμπινιέρων με «αυτόματα όπλα και χειροβομβίδες», το οποίο και εξουδετέρωσαν αφήνοντας πίσω 3 νεκρούς και χωρίς να αναφερθεί έστω ένας τραυματισμός! Οι ανώνυμοι και ανοργάνωτοι «χωρικοί», που τα μόνα όπλα που μπορούσαν να έχουν ήταν κυνηγητικά «μπροστογιομιά» και κλαδευτήρια! Ούτε μπορεί να γίνει δεκτό το γεγονός ότι ενώ οι ιταλοί κήδεψαν με «επίσημη κηδεία» τους 3 νεκρούς δεν προέβησαν σε οποιαδήποτε αντίποινα γιατί «φοβούνται τον λαόν»! Αντιθέτως έχουμε τη μαρτυρία του Αντ. Μαρούδα ο οποίος μιλάει για τη εκτέλεση την επομένη σε αντίποινα του Λάμπρου Σούλη. Ούτε ο Κανταλούπο, ανέβαλε την αναχώρηση του, αν την ανέβαλε, για να πάει με απόσπασμα στον Κοιλιωμένο να «διασκεδάσει» και να «αρπάξουν μερικά αρνιά»! Οι ημέρες ήταν κρίσιμες για το κατοχικό στράτευμα. Το ιταλικό διοικητικό προσωπικό και οι υπηρεσίες του (Καραμπινιερία – Φινάτσα κ.α.) διαλύθηκαν και έσπευδαν να αποχωρήσουν για τη Ιταλία το συντομότερο, προβλέποντας τις εξελίξεις. Πιστεύω ότι όλη η αναφορά στο γεγονός του Διον. Στραβόλεμου είναι ατεκμηρίωτη και περιέχει μυθιστορηματικά στοιχεία.
Ο Αντ. Μαρούδας ή Παχούμης, στο βιβλίο που αναφέρθηκε παραπάνω, εξιστορεί τα γεγονότα από τη πλευρά του:
«Τις πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου του 1943 ήμουνα στη χώρα και μαθαίνω ότι οι ιταλοί ετοιμάζονται να φύγουνε και πως οι αξιωματικοί σταμάτησαν να πηγαίνουν στα γραφεία τους. Το άλλο βράδυ πήγα στο Κοιλιωμένο και είπα πάση θυσία να σκοτώσουμε τον Κανταλούπο, ο οποίος είχε κτυπήσει πολλούς συμπατριώτες μας σε όλη τη Ζάκυνθο.» Έτσι αρχίζει τη δικιά του αφήγηση και εκδοχή για τη εκτέλεση. Αναφέρει ότι με άλλους από το χωριό Κοιλιωμένο έστησαν ενέδρα έξω από το χωριό Μαχαιράδο υπολογίζοντας ότι ο Κανταλούπο θα μεταβεί στο χωριό Μαχαιράδο για να αποχαιρετίσει τη διερμηνέα και συνεργάτιδα του Α. Σκ. Όμως ο Κανταλούπο βλήθηκε θανάσιμα στη θέση «Πέτρινο αλώνι», 4 χιλιόμετρα μακριά από τον Κοιλιωμένο και οι άνδρες της ενέδρας είδαν μόνο το αυτοκίνητό του να τον μεταφέρει τραυματισμένο στο νοσοκομείο, όπου και εξέπνευσε.
Την επομένη, πάντα κατά τον Μαρούδα, στη θέση της εκτέλεσης, ιταλικό απόσπασμα βρίσκει και εκτελεί σε αντίποινα τον Λάμπρο Σούλη ή Πρησμένο, ο οποίος έβοσκε ανύποπτος εκεί τη αγελάδα του. Η μαρτυρία του Μαρούδα δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Δεν ήταν οι Κοιλιωμενιάτες της ομάδας του που εκτέλεσαν τον Κανταλούπο. «Τον Κανταλούπο θέλαμε να τον σκοτώσουμε αλλά μας πρόλαβαν άλλοι» θα γράψει. Ο Μαρούδας δεν έχει κανένα λόγο να αποκρύψει τέτοιες ενέργειες του, ούτε να μη αποκαλύψει τις προθέσεις του. Το αντίθετο μάλιστα επιχειρεί στο βιβλίο του, να τις μεγεθύνει. Έτσι περιγράφει χωρίς επιφυλάξεις τη εκτέλεση του Έλληνα συνεργάτη του Κανταλούπο Σκ., ή «Μουσολίνι» στο Αγγερικό στα 1944, στην οποία κρατεί για τον εαυτό του το ρόλο του πρωταγωνιστή. Έχοντας δεδομένο ότι η ομάδα των ανταρτών του Κοιλιωμένου, με επικεφαλής τον Παναγιώτη Σούλη ή Πανάγαρη εντάχθηκε αργότερα στον ΕΛΑΣ, εύκολα προκύπτει ότι δεν ήταν έργο του ΕΑΜ η εκτέλεση. Ποιοι ήταν λοιπόν αυτοί οι «άλλοι», οι οποίοι γνώριζαν τις κινήσεις του Κανταλούπο αυτές τις κρίσιμες ώρες και έδρασαν στη ίδια περιοχή, το ίδιο βράδυ, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί ή να αποκαλυφθούν από τους ντόπιους που είχαν στήσει ενέδρα πιο κάτω;
Μια απάντηση στο ερώτημα έρχεται από τον Ιωάννη Μάργαρη στο βιβλίο του «Η ΕΠΟΠΟΙΙΑ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ 1941-1944». Ο Ι. Μάργαρης ισχυρίζεται ότι η εκτέλεση του Κανταλούπο έγινε από μια πολυμελή ομάδα της αντιστασιακής οργάνωσης Εθνικό Μέτωπο Δράσης Ζακύνθου (ΕΜΔΖ). Η οργάνωση είχε συσταθεί στη Ζάκυνθο με δική του πρωτοβουλία και αργότερα προσχώρησε στον ΕΔΕΣ. Η ομάδα που εκτέλεσε τον Κανταλούπο αποτελείτο κατά το Μάργαρη, με περισσότερα από 7 άτομα, τους οποίους και κατονομάζει, με επικεφαλής τον Αντώνη Κακολύρη ή Μανουρά. «Επηκολούθησε μάχη και σφοδρή ανταλλαγή πυροβολισμών. Σκοτώθηκε ο Ενωματάρχης και τραυματίστηκε βαριά ένας καραμπινιέρος. Έκτοτε η στροφή λέγεται «στροφή Κανταλούπου», θα γράψει.
Ο ιστορικός έλεγχος της κατατεθειμένης υπόδειξης των εκτελεστών του ιταλού καραμπινιέρου από τον Ι. Μάργαρη δημιουργεί ερωτηματικά και γεννά αμφιβολίες. Δεν είναι άγνωστο το φαινόμενο οι αντιστασιακοί να μεγεθύνουν τις πράξεις τους και να μεγιστοποιούν τις ενέργειες τους.
Το Σεπτέμβριο του 1943, πριν την κατάρρευση των Ιταλών, οι αντιστασιακές οργανώσεις στο νησί βρίσκονται σε εμβρυακή κατάσταση. «Κολοκυθοργανώσεις» θα τις βαπτίσει σε ένα από τα διηγήματα του ο αείμνηστος Νιόνιος Μελίτας, χαρακτηρίζοντας τη δράση τους εκείνη την εποχή. Περιορίζονται μόνο στη ακρόαση και διοχέτευση ειδήσεων από το Β.B.C, τη διάδοση πληροφοριών, τη διανομή προκηρύξεων και σε πράξεις αποδοκιμασίας των κατακτητών. Δεν διαθέτουν παρά ελάχιστο οπλισμό, κυρίως κυνηγητικά όπλα της εποχής. Όπλα θα αποκτήσουν μετά τη ιταλική παράδοση, όταν αυτά θα πωλούνται ή θα απαλλοτριώνονται από τις ιταλικές αποθήκες. Οι ένοπλες ομάδες του ΕΛΑΣ εμφανιστήκαν το χειμώνα του 1944, ενώ του ΕΔΕΣ αποκτούν στρατιωτικό οπλισμό αργότερα, μετά την έλευση της Στρατιωτικής Συμμαχικής Αποστολής.
Ένα από τα στελέχη του ΕΔΕΣ, που δεν έλειψε από καμιά επιχείρηση του, ο Μίμης Αρβανιτάκης – Μαυράντας, στο βιβλίο του Μάργαρη καταθέτει: «Από το φθινόπωρο 1943 ο ΕΔΕΣ Ζακύνθου σε μυστικές συγκεντρώσεις στελεχών του και μελών του έκανε συσκέψεις για να βγάλει ένοπλη ομάδα στα ορεινά και ημιορεινά χωριά μας». Σίγουρα λοιπόν δεν υπήρχε ανταρτομάδα του ΕΔΕΣ, πόσο μάλλον της ΕΜΔΖ, στη περιοχή στις αρχές Σεπτεμβρίου. Από καμιά πλευρά δεν προκύπτει ότι η οργάνωση Εθνικό Μέτωπο Δράσης Ζακύνθου (ΕΜΔΖ) ήταν σε θέση να οργανώσει και να εκτελέσει επιχείρηση εναντίον 4μελούς οπλισμένου ιταλικού κλιμακίου με επικεφαλής τον τρομερό Κανταλούπο. Καμιά αντίστοιχη απόπειρα ή έστω προσβολή των κατοχικών ιταλικών δυνάμεων, οι οποίες αποχωρούν σε κατάσταση αποσύνθεσης, δεν αναφέρεται σε άλλο σημείο του νησιού. Δεν είναι εύκολο να γίνει αποδεκτό ότι το επίπεδο οργάνωσης της ΕΜΔΖ ήταν σε θέση να σχεδιάσει και να εκτελέσει τέτοια ένοπλη επιχείρηση. Ενώ ο Μάργαρης αναφέρει ότι «Επηκολούθησε μάχη και σφοδρή ανταλλαγή πυροβολισμών …………. σκοτώθηκε ο ενωμοτάρχης και τραυματίστηκε βαριά ένας καραμπινιέρος» δεν αναφέρει να υπήρξε απώλεια, ούτε τραυματισμός στην ομάδα που έδρασε. Ας υπογραμμιστεί ότι μιλάει για 4 οπλισμένους με στρατιωτικό εξοπλισμό έμπειρους καραμπινέρους, οι οποίοι βλήθηκαν, με το αυτοκίνητο εν κινήσει! Πως δεν έγινε αντιληπτή η μάχη που ακολούθησε από τους Κοιλιωμενιάτες που ενέδρευαν πάρα κάτω;
Αν οι παραπάνω αμφισβητήσεις μου είναι βάσιμες, από ποιους εκτελέστηκε τελικά ο Κανταλούπο;
Είναι πεποίθησή μου ότι η εκτέλεση του δεν υπήρξε έργο των αντιστασιακών οργανώσεων. Εάν ο Κανταλούπο ανέβαλε τη αναχώρηση του μέσα στις συνθήκες διάλυσης και πανικού που κυριαρχούσαν στο ιταλικό στράτευμα, με τους καραμπινιέρους να αποχωρούν εσπευσμένα προς τη Ιταλία και πήγε νύχτα στον Κοιλιωμένο, δεν πήγε για να αποχαιρετίσει και να ασπαστεί τους συνεργάτες του! Δεν διακρίθηκε για τα ευγενικά του αισθήματα! Μήπως πήγε να πάρει κάτι σημαντικό για αυτόν; Μια βάσιμη λογική υπόθεση είναι ότι στα χέρια συνεργατών του ή σε κρυψώνα, βρίσκονταν προϊόντα ληστείας και μαυραγορατισμού, ίσως τιμαλφή, τα οποία και διεκδικούσε.
Το πιθανότερο είναι η εκτέλεση να υπήρξε έργο προσωπικής εκδίκησης κάποιου ή κάποιων, που είχαν δεινοπαθήσει ή είχαν προσωπικούς λογαριασμούς με τον αστυνόμο. Η δράση και η πολιτεία του στο σταθμό του Μαχαιράδου, οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε, οι ξυλοδαρμοί, τα βασανιστήρια, η ληστρική αρπαγή των αγροτικών προϊόντων, οι συνεργασίες με ντόπιους καταδότες, οι στενές του σχέσεις κ.α. ήταν ικανά να προκαλέσουν τέτοια ενέργεια, όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν. Κανένας, από όσο γνωρίζω, δεν διεκδίκησε αξιόπιστα μετά τη απελευθέρωση να του αναγνωριστεί αυτή η αντιστασιακή ενέργεια. Θέλησε να μείνει άγνωστος σε εμάς, παρότι θα έγινε σίγουρα γνωστός στους ανθρώπους της εποχής και της περιοχής. Θα είχε ασφαλώς τους λόγους του, να προτιμήσει τη απόκρυψη παρά τη αναγνώριση μιας κορυφαίας αντιστασιακής πράξης.
Ένας από αυτούς τους λόγους μας αποκαλύπτεται από τη εφημερίδα «Δράσις», εφημερίδα που εκδιδόταν στη Ζάκυνθο, από τη οργάνωση του ΕΔΕΣ στη διάρκεια της κατοχής, στο φύλλο που κυκλοφόρησε στις 11 Νοεμβρίου 1943: «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ που υπηρετεί στον τόπο αυτό πρέπει ν’ αντιληφθή τι πρέπι ν’ αποδώση σ΄ εκεινους που με τις πράξεις τους εξέπλυναν λίγο το τόπο αυτό από τον αισχρό χαρακτηρισμό που του έδωκαν η διάφορες προδοσίες της αριστοκρατίας μας και η σαπίλα της λεγόμενης ανώτερης κοινωνίας μας …..….. Ο φόνος του Κανταλούπο που μαζί με τη φιλενάδα του Α. Σκ. ετυράνννησε τον πληθυσμόν πολλών χωριών, και άλλες είναι πράξεις άξιαι βραβείων και ουχί διώξεως» [διατηρήθηκε η σύνταξη και η γλώσσα του παρανόμου κατοχικού τύπου].
Φαίνεται ότι η ελληνική δικαιοσύνη, που επανέκαμψε μετά τη κατάληψη του νησιού από τους Γερμανούς, προσπάθησε να διερευνήσει το γεγονός και να ασκήσει διώξεις στους δράστες, γεγονός που η οργάνωση ο ΕΔΕΣ στηλιτεύει. Ίσως από κλειστά σήμερα αρχεία και στόματα μάθουμε κάποτε περισσότερα. Μας έμεινε λοιπόν το όνομά του Κανταλούπο στο τοπωνύμιο για να θυμίζει το απεχθές, το μαύρο πρόσωπο του φασισμού.
Όλα αυτά όμως είναι φριχτές ιστορίες του περασμένου αιώνα, των χρόνων του πολέμου και της κατοχής. Δεν φαίνεται να μας αφορούν και σίγουρα δεν αφορούν ακόμα περισσότερο τις εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες μας, που περνούν με τα ενοικιασμένα οχήματά τους τη στροφή «Κανταλούπο». Θα ήταν ευτυχές γεγονός όλα αυτά τραγικά γεγονότα, όπως το καταστροφικό πέρασμα του ιταλικού φασισμού από το νησί και τη Ευρώπη να αποδοθούν στη λήθη, στη ενασχόληση των ιστορικών, να «ριχτούν στη φωτιά», όπως το ομώνυμο πευκοδάσος κινδυνεύει να αφανιστεί από τη φωτιά σχεδόν κάθε χρόνο.
Όμως μια σειρά από εκλογικές αναμετρήσεις σε όλη τη ευρωπαϊκή ήπειρο, όπως η τελευταία εκλογική αναμέτρηση στη Αυστρία το Σεπτέμβριο του 2024, μας δημιουργούν έντονη ανησυχία και ανακαλούν στη μνήμη τα γεννήματα του φασισμού, τους «Κανταλούπο».
Διονύσης Παν. Πομόνης
Φωτογραφίες από το αρχείο του Ιταλού αξιωματικού Santino Gallorini.
ΠΗΓΕΣ
Ιωάννη Μάργαρη. «Η ΕΠΟΠΟΙΙΑ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ 1941-1944»,
Αντώνης Μαρούδας – Παχούμης. “ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΛΙΩΜΕΝΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ 1941-1944”
Διον. Στραβόλεμος. «Η ΖΑΚΥΝΘΟΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ»
Νιόνιος Μελίτας. «Μικρές ιστορίες από τη κατεχόμενη ΖΑΚΥΝΘΟ»
Ντίνου Κονόμου. «Η ΕΠΤΑΝΗΣΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗΝ ΚΑΤΟΧΗ»
Σπύρος Ιωνάς. «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ»
ΓΑΚ – Ζακύνθου. Φάκελος Κατοχής
Μάργαρη Φιλιππίτσα. «Η προπαγάνδα και η Εκπαιδευτική πολιτική των Ιταλικών Στρατευμάτων Κατοχής στα Επτάνησα «1941-1943» Μεταπτυχιακή Εργασία στο Πανεπιστήμιο Πατρών.
Email: [email protected]
Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΚΑΝΤΑΛΟΥΠΟ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟ ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΕΔΕΣ ΜΕ ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥΣ ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΚΟΛΥΡΗ Η ΜΑΝΟΥΡΑ ΚΑΙ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΓΡΑΜΨΑ ΜΠΟΜΠΟ.
Εκείνη την εποχή κάποιοι πατριώτες αναγκάστηκαν να ανέβουν οψιμα στο βουνό κυνηγημένοι λυσσαλέα από τους Ιταλούς επειδή είχαν …πειράξει με τον τρόπο τους ….τα ζυγισματα των αγροτικών προϊόντων που οι Ιταλοί έπιτασαν και έστελναν στην χώρα τους με καράβια από το νησι. Ήταν υπεύθυνοι για τα ζυγισματα των προϊόντων κι ενώ ζύγιζαν λιγοτερα έγραφαν πολύ περισσότερα προς εξαγωγή, με αποτέλεσμα να μένουν περισσότερα προϊόντα στους χωρικούς και όταν φόρτωναν τα καράβια οι Ιταλοί, ενώ περίμεναν να μην χωράνε τα προϊόντα…….τα καράβια έφευγαν μισό άδεια. Όταν κατάλαβαν τι είχε συμβεί και ποιοι ήταν οι υπεύθυνοι του σαμποτάζ τους κυνήγησαν ασταμάτητα και τους έπιτασαν σπίτια και περιουσίες. Ουσιαστικά αυτοί ήταν οι πρώτοι που ανέβηκαν στο βουνό για να γλυτώσουν από το κυνηγητό των Ιταλών και ειδικά στην συγκεκριμένη περιοχή μεταξύ Μαχαιράδου και Κοιλιομενου. Αν ερευνηθεί το συγκεκριμένο γεγονός ίσως εξηγηθεί καλύτερα ποιοι πρόλαβαν και ….ξεκαναν τον Κανταλουπο πριν από αυτόν που τον περίμεναν στην ενέδρα